Legal Insight
Οκτώβριος 2024
Κωνσταντίνα Δασκαλοπούλου, ΜΔΕ
Περίληψη: Ο κανόνας στην ανώνυμη εταιρεία είναι ότι οι μέτοχοι δεν βαρύνονται με υποχρεώσεις. Με μόνη την καταβολή της εισφοράς του, οι μέτοχοι απολαμβάνουν τα προνόμια της εταιρικής συμμετοχής, με κυριότερο το δικαίωμα λήψης μερίσματος. Στο παρόν θα εξετάσουμε μια εξαίρεση που γνωρίζει, υπό προϋποθέσεις, ο εν λόγω κανόνας: την αναγνώριση υποχρέωσης πίστης, υπό την ειδικότερη μορφή της υποχρέωσης των μετόχων να παραλείπουν τη διενέργεια ανταγωνιστικών πράξεων, που βαίνουν δυνητικά σε βάρος της κλειστής, οικογενειακής ΑΕ.
1. Εισαγωγικά:
Η ΑΕ αποτελεί την εταιρική μορφή που προσανατολίζεται στη συγκέντρωση κεφαλαίων που αντλούνται από την αγορά και επιτρέπουν την επίτευξη του εταιρικού σκοπού. Τα πρόσωπα που αποκτούν τη μετοχική ιδιότητα (μέσω της ανάληψης των μετοχών που προσφέρονται κατά τη σύσταση μιας εταιρείας ή κατά την αύξηση του κεφαλαίου της) δεν έχουν άλλη υποχρέωση, παρά μόνο την υποχρέωση καταβολής της εισφοράς του, δηλαδή της αξίας των μετοχών που ανέλαβαν. Η έλλειψη υποχρεώσεων των μετόχων συνδέεται με την κλασική μορφή της ΑΕ, η οποία είναι πολυμετοχική, απαρτιζόμενη από πρόσωπα τα οποία συνεχώς εναλλάσσονται, οπότε θεωρείται ότι η τυχόν επιβολή πρόσθετων υποχρεώσεων θα δυσχέραινε τη μεταβίβαση των μετοχών και θα επιδρούσε μειωτικά στην εμπορευσιμότητά τους. Ωστόσο υπό προϋποθέσεις, αναγνωρίζεται η επιβολή υποχρέωσης πίστης σε βάρος των μετόχων εταιρειών με προσωποπαγή χαρακτηριστικά (γνωστών και ως «οικογενειακών», «κλειστών», «μικρών» ανωνύμων εταιρειών).
2. Κανόνας: η υποχρέωση πίστης & η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων αφορά τους εταίρους προσωπικών εταιρειών
Η υποχρέωση αυτή αποτελεί βασικό γνώρισμα των προσωπικών εταιρειών (π.χ. ΟΕ, ΕΕ) και συνίσταται στην υποχρέωση των εταίρων να ενεργούν κατά τρόπο που κατατείνει στην πραγμάτωση του εταιρικού σκοπού (θετική έκφανση) και στην υποχρέωσή τους να παραλείπουν ενέργειες που θέτουν στο επίκεντρο την εξυπηρέτηση των προσωπικών τους συμφερόντων ή συμφερόντων τρίτων και έρχονται σε αντίθεση με το εταιρικό συμφέρον (αρνητική έκφανση). Ουσιαστικά, η υποχρέωση πίστης επιτάσσει τους εταίρους να επιδιώκουν το βέλτιστο συγκερασμό ατομικού και εταιρικού συμφέροντος, να λαμβάνουν υπόψη τα ατομικά συμφέροντα των συνεταίρων τους και της εταιρίας και να επιλέγουν τα αναγκαία, πρόσφορα και, κατά περίπτωση, ηπιότερα μέσα προς ικανοποίηση των ατομικών τους συμφερόντων (Εφετείο Πατρών 77/2023).
Ειδικότερη μορφή της υποχρέωσης πίστης αποτελεί και η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων. Ως ανταγωνιστικές λογίζονται οι πράξεις που είναι όμοιες με αυτές που εμπίπτουν στο περιεχόμενο του εταιρικού σκοπού, όπως καθορίζεται από το καταστατικό, σε συνδυασμό με την πραγματική οικονομική δραστηριότητα της εταιρείας. Στο πλαίσιο αυτό, μη επιτρεπτή είναι ακόμα και η συμμετοχή του μετόχου σε άλλη εταιρία που δραστηριοποιείται στον ίδιο ή παραπλήσιο τομέα με την εταιρία στην οποία είναι μέτοχος. Κατά τη νομολογία, η απαγόρευση ανταγωνισμού καταλαμβάνει όχι μόνο τις πράξεις που συνιστούν αθέμιτο ανταγωνισμό, αλλά και την τέλεση θεμιτών ανταγωνιστικών πράξεων, κρίσιμο δε στοιχείο αποτελεί η επικινδυνότητα της ανταγωνιστικής πράξης (Εφετείο Πατρών 77/2023).
Ενώ, λοιπόν, η υποχρέωση πίστης αποτελεί την αυτονόητη συνέπεια της συμμετοχής σε μια προσωπική εταιρεία, δεν συμβαίνει το ίδιο στην περίπτωση των κεφαλαιουχικών εταιρειών και, συγκεκριμένα, στο παράδειγμα της ΑΕ, οι μέτοχοι της οποίας δεν βαρύνονται, κατ’ αρχήν, με υποχρεώσεις τέτοιας φύσης.
3. Εξαίρεση: η υποχρέωση πίστης & η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων σε βάρος μετόχων ΑΕ
Η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων, ως έκφανση της υποχρέωσης πίστης, δεν είναι άγνωστη στο πλαίσιο των διατάξεων που ρυθμίζουν την ΑΕ. Τόσο η υποχρέωση πίστης όσο και η απαγόρευση διενέργειας ανταγωνιστικών πράξεων, αναγνωρίζονται ρητά στο νόμο 4548/2018 (άρθρα 97 και 98), ως υποχρεώσεις που βαρύνουν τα μέλη του ΔΣ της ΑΕ και, εν γένει, τα πρόσωπα που μετέχουν στη διοίκηση της εταιρείας, όχι όμως τους μετόχους αυτής.
Ειδικότερα, ο ν. 4548/2018 επιβάλλει ρητά στα μέλη του ΔΣ της ΑΕ την υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων (άρθρο 98). Συγκεκριμένα, η εν λόγω διάταξη απαγορεύει στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που συμμετέχουν με οποιονδήποτε τρόπο στη διεύθυνση της εταιρείας, καθώς και στους διευθυντές αυτής, να ενεργούν για δικό τους λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων, πράξεις που υπάγονται στους σκοπούς της εταιρείας, καθώς και να μετέχουν ως ομόρρυθμοι εταίροι ή ως μόνοι μέτοχοι ή εταίροι σε εταιρείες που επιδιώκουν τέτοιους σκοπούς. Η απαγόρευση αυτή δικαιολογείται από το γεγονός ότι, τα μέλη της διοίκησης, λόγω της θέσης τους, έχουν πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες της εταιρείας, η αξιοποίηση των οποίων διευκολύνει την επιδίωξη προσωπικών στόχων, μέσω της ανάπτυξης ανταγωνιστικής δράσης.
Ωστόσο, με άδεια της ΓΣ ή σχετική καταστατική πρόβλεψη η απαγόρευση αυτή μπορεί να αρθεί ή να περιοριστεί. Παράλληλα, ο νόμος θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης της εταιρείας έναντι του μέλους επί υπαίτιας παράβασης της εν λόγω απαγόρευσης. Εναλλακτικά, προβλέπεται η δυνατότητα της εταιρείας, είτε να απαιτήσει να θεωρηθεί ότι η ανταγωνιστική πράξη διενεργήθηκε για λογαριασμό της (όταν το μέλος ΔΣ αποσκοπούσε στην ικανοποίηση ίδιων συμφερόντων), είτε να δοθεί σε αυτήν η αμοιβή την οποία θα λάμβανε το μέλος ΔΣ που ενήργησε ανταγωνιστικά προς εξυπηρέτηση συμφερόντων τρίτου.
Εντούτοις, όπως προαναφέρθηκε, ο νόμος δεν περιέχει αντίστοιχη ρύθμιση περί επιβολής υποχρέωσης πίστης στους μετόχους της ΑΕ, ούτε και πρόβλεψη περί υποχρέωσης παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων που θα έβαιναν σε βάρος του εταιρικού συμφέροντος.
Η έλλειψη σχετικής ρύθμισης στο πλαίσιο της ΑΕ είναι συνεπής προς τα βασικά χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου εταιρικού τύπου, υπό την κλασική του μορφή. Αυτό που ενδιαφέρει στην ανώνυμη εταιρεία είναι η άντληση κεφαλαίων, ενώ αδιάφορο παραμένει το πρόσωπο των μετόχων, οι οποίοι εναλλάσσονται, απευθυνόμενοι στην αγορά και ρευστοποιώντας ανά πάσα στιγμή την επένδυσή τους. Υπό το πρίσμα, μεταξύ των μετόχων της κλασικής ΑΕ δεν αναπτύσσονται προσωπικές σχέσεις και, για τον λόγο αυτό, όπως σημειώνεται στην νομολογία (Εφετείο Πατρών 77/2023), δεν μπορεί να γίνει λόγος, κατ’ αρχήν, για ύπαρξη υποχρέωσης πίστης.
Ωστόσο, γίνεται δεκτό ότι υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων μπορεί να αναγνωριστεί, ανάλογα με τις περιστάσεις, στο πρόσωπο του πλειοψηφούντος μετόχου ή στο πρόσωπο των μετόχων κλειστού τύπου ανωνύμων εταιρειών-οικογενειακών επιχειρήσεων. Έτσι, με βασικά κριτήρια την δυνατότητα επιρροής του μετόχου στα εταιρικά πράγματα και τη δομή της ΑΕ, γίνεται κατά περίπτωση δεκτή η θεμελίωση της υποχρέωσης πίστης και των συναφών με αυτήν υποχρεώσεων, σε βαθμό και ένταση που προσαρμόζονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εκάστοτε εταιρείας.
4. Ειδικότερα, η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων στις μικρές, οικογενειακές ανώνυμες εταιρείες:
Η συντριπτική πλειοψηφία των ανωνύμων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας φέρει τα χαρακτηριστικά της μικρής, οικογενειακής ΑΕ. Πρόκειται για εταιρείες που δεν συγκεντρώνουν τα κλασικά χαρακτηριστικά της ΑΕ (κυρίως, δηλαδή, τη διασπορά των μετοχών και τις συχνές εναλλαγές προσώπου των μετόχων), αλλά παρουσιάζουν στοιχεία που παραπέμπουν στην σχέση που ιδρύεται μεταξύ των εταίρων προσωπικών εταιρειών. Τέτοια στοιχεία είναι η σταθερή μετοχική σύνθεση, η ανάπτυξη προσωπικής σχέσης μεταξύ των μετόχων (οι οποίοι συχνά συνδέονται με συγγενικό δεσμό, οπότε γίνεται λόγος περί οικογενειακής ΑΕ) και η εκ μέρους τους ανάληψη της διοίκησης της εταιρείας. Τα ως άνω χαρακτηριστικά συνεπάγονται την έντονη εμπλοκή των μετόχων στα εταιρικά πράγματα και την άσκηση επιρροής επ’ αυτών, με κίνδυνο πρόκλησης βλάβης στα οικονομικά συμφέροντα της εταιρείας από την τυχόν διενέργεια ανταγωνιστικών πράξεων.
Στην πραγματικότητα, συμβατή με τα εν λόγω χαρακτηριστικά θα ήταν η επιλογή άλλης εταιρικής μορφής (π.χ. προσωπική εταιρεία, ΙΚΕ), πλην όμως το όχημα της ΑΕ προτιμάται από τους συναλλασσόμενους, ακόμα και αν η δομή αυτού ταιριάζει σε εταιρείες ανοικτού τύπου, με μεγάλο αριθμό μετόχων που εναλλάσσονται και ενδιαφέρονται για την κεφαλαιακή τους συμμετοχή. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το Εφετείο Πατρών σε σχετική απόφασή του (77/2023) «Το γεγονός ότι οι περισσότερες ανώνυμες εταιρίες που υπάρχουν στη χώρα μας αποτελούνται από συγγενικά πρόσωπα, δηλαδή δεν είναι αμιγώς κεφαλαιουχικές και απρόσωπες, αλλά έχουν προσωποπαγή και οικογενειακή μορφή, πράγματι ισοδυναμεί με έμμεση κατάλυση του κεφαλαιουχικού χαρακτήρα της ανώνυμης εταιρίας, καθόσον μια τέτοια μορφή δεν εκπληρώνει οικονομικώς την αποστολή της ανώνυμης εταιρίας, στην οποία απέβλεψε ο νομοθέτης, δημιουργώντας μάλιστα μεγάλο νομοθετικό πρόβλημα».
Κατά συνέπεια, στην περίπτωση των ανώνυμων εταιρειών με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, γίνεται δεκτό ότι οι μέτοχοι βαρύνονται με την υποχρέωση πίστης –έκφανση της οποίας αποτελεί η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων– έναντι της εταιρείας και των άλλων μετόχων, εξαιτίας των προσωπικών σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ αυτών.
Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής θεμελιώνει ευθύνη του μετόχου για τις ζημίες που υπέστη η ίδια η εταιρία ή οι άλλοι μέτοχοι (βάσει του άρθρου 914 του Αστικού Κώδικα) και, στην περίπτωση της διενέργειας ανταγωνιστικών πράξεων, την υποχρέωσης άρσης και παράλειψης της επίμαχης συμπεριφοράς. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, δυνατή είναι και η χορήγηση ασφαλιστικών μέτρων, υπό τη μορφή της παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων Στο πλαίσιο αυτό, με την υπ’ αριθμ. 14255/1996 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών απαγορεύτηκε σε ιατρό, μέτοχο ΑΕ, να προβαίνει σε ανταγωνιστικές πράξεις και, ειδικότερα, να παρέχει τις υπηρεσίες του εκτός του ιατρικού κέντρου που λειτουργούσε στο πλαίσιο της εταιρείας, δεδομένου του προσωπικού χαρακτήρα της τελευταίας (αποκλειστική συμμετοχή δυο ιατρών στη μετοχική σύνθεση της εταιρείας, οι οποίοι στήριζαν τόσο την επιστημονική, όσο και διοικητική, αλλά κατ’ επέκταση και την οικονομική πορεία της εταιρίας).
5. Η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων στο πρόσωπο του πλειοψηφούντος μετόχου (;):
Η δυνατότητα του μετόχου να ασκήσει επιρροή στην εταιρική διοίκηση του επιτρέπει να αποκτά, έστω και έμμεσα, πρόσβαση σε πληροφορίες σχετιζόμενες με την εταιρική δράση και να κάνει χρήση αυτών προς ίδιον όφελος και εις βάρος της εταιρείας. Για τον λόγο αυτό, η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων βαρύνει κατ’ αρχήν τον πλειοψηφούντα μέτοχο, ο οποίος μπορεί, επιλέγοντας τα πρόσωπα που διοικούν την εταιρεία, να έχει πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες και επιχειρηματικά απόρρητα, τα οποία μπορεί να εκμεταλλευτεί κατά τρόπο αντίθετο προς το εταιρικό συμφέρον.
Από την άλλη μεριά, υποστηρίζεται ότι ο μέτοχος μειοψηφίας, στερούμενος της αντίστοιχης δυνατότητας επιρροής, δεν βαρύνεται με την εν λόγω υποχρέωση. Ωστόσο, το Εφετείο Πατρών στην προαναφερθείσα απόφασή του (77/2023) αναγνώρισε ότι με την ίδια υποχρέωση βαρυνόταν ο μέτοχος με ποσοστό συμμετοχής 35%, δεδομένου ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση «…μπορεί μεν να αποδείχθηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος δεν είχε την ιδιότητα του κυρίαρχου μετόχου της εταιρίας, με την έννοια ότι δεν ασκούσε έντονη επιρροή στις αποφάσεις του Δ.Σ., ωστόσο η ενεργή θέση του όλα αυτά τα χρόνια στη διοίκηση της εταιρείας, ήτοι η διεξαγωγή από μέρους του όλων των συναλλαγών και διαπραγματεύσεων για την κατάρτιση συμβάσεων που είχαν ως αποτέλεσμα την κερδοφορία της ενάγουσας και την πραγμάτωση του εταιρικού σκοπού, καθώς και η μεγάλη πείρα που απέκτησε στις εμπορικές συναλλαγές εξαιτίας της θέσης του αυτής, ενισχύει την υποχρέωση πίστης που έχει ως μέτοχος…». Στην περίπτωση αυτή, βέβαια, η συγκεκριμένη ανώνυμη εταιρεία ήταν ακραιφνώς οικογενειακή, ο δε μέτοχος με ποσοστό 35%, υπήρξε επί 13 συνεχόμενα έτη πρόεδρος, διευθύνων σύμβουλος και εκπρόσωπος της εταιρείας με αποτέλεσμα «το πρόσωπό του (να) έχει συνδεθεί άρρηκτα με την τελευταία».
Ομοίως ο Άρειος Πάγος, στην υπ’ αριθμ. 432/2016 απόφαση του, χαρακτήρισε ως απολύτως δικαιολογούμενη την θεμελίωση υποχρέωσης πίστης στο πρόσωπο μετόχου μειοψηφίας ανώνυμης εταιρείας, λόγω της δομής αυτής και, συγκεκριμένα, του γεγονότος ότι επρόκειτο για ανώνυμη εταιρία με περιορισμένο αριθμό μετόχων τα δε μέλη του ΔΣ αυτής, μεταξύ των οποίων και οι διάδικοι, είχαν αναπτύξει μεταξύ τους και προσωπικές σχέσεις.
Είναι λοιπόν, σαφές, ότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εκάστοτε ΑΕ και, ιδίως, η δομή αυτής (αριθμός μελών, ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων μεταξύ αυτών), δικαιολογούν την αναγνώριση της υποχρέωσης παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων σε βάρος κάθε μετόχου, ανεξαρτήτως του ποσοστού συμμετοχής του στην εταιρεία.
Σημειώνεται διευκρινιστικά ότι, εάν ο μέτοχος (πλειοψηφών ή μη) συμμετέχει αυτοπροσώπως στη διοίκηση της εταιρείας, δεσμεύεται ούτως ή άλλως από την υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων που επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 98 του ν. 4548/2018. Ως εκ τούτου, η αναγνώριση της υποχρέωσης πίστης στο πρόσωπο των μετόχων έχει ιδιαίτερη αξία, στις περιπτώσεις εκείνες όπου οι ιδιότητες μετόχων και διοικητών της ΑΕ δεν συμπίπτουν. Δεδομένου δε ότι, με την απώλεια της ιδιότητας του μέλους ΔΣ παύει η υποχρέωση πίστης και, συνακόλουθα, η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνιστικών πράξεων, η σύνδεση της εν λόγω υποχρέωσης, υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις, με τη μετοχική ιδιότητα, καθιστά άσκοπη μια μεθοδευμένη παραίτηση ενός μετόχου από τη διοίκηση της εταιρείας, που αποκλειστικό στόχο έχει την αποφυγή της υποχρέωσης παράλειψης ανταγωνιστικών ενεργειών.
Έτσι, το Εφετείο Πατρών, στην υπ’ αριθμ. 77/2023 απόφασή του, έκρινε ότι η ίδρυση και η συμμετοχή του μετόχου σε ετερόρρυθμη εταιρία όμοιου σκοπού με την ανώνυμη εταιρεία στο κεφάλαιο της οποίας συμμετείχε σε ποσοστό 35%, καθώς και η παροχή προσωπικής του εργασίας σε αυτή, αποτελεί πράξη ευθέως ανταγωνιστική των συμφερόντων της ΑΕ με το επιχείρημα ότι «με τον τρόπο αυτό, αποστέρησε από την τελευταία ωφέλιμες συναλλαγές και επιχειρηματικές ευκαιρίες, τις οποίες εξασφάλισε για αλλότριο λογαριασμό». Σημειωτέον ότι, στην εν λόγω υπόθεση, ο μέτοχος παραιτήθηκε από το ΔΣ της ΑΕ και, λίγες ημέρες μετά, ίδρυσε με τη σύζυγό του (πρώην υπάλληλο της ΑΕ) ετερρόρυθμη εταιρεία όμοιου καταστατικού σκοπού, βλάπτοντας τα συμφέροντα και τη φήμη της ΑΕ.
6. Αντί επιλόγου:
Η κλειστή δομή μιας ανώνυμης εταιρείας καθιστά αναγκαία την παρέκκλιση από βασικές έννοιες του δικαίου της ΑΕ, με στόχο την προσαρμογή της στην αντίστοιχη συναλλακτική πραγματικότητα. Στο πλαίσιο αυτό, έχει κριθεί ότι η κατά το δοκούν επίκληση από μέτοχο προσωποπαγούς ΑΕ διατυπώσεων δημοσιότητας που παραδοσιακά, από τη σύστασή της, η εταιρεία δεν τηρούσε, είναι καταχρηστική (ΜΠρΠειρ 746/1996). Με την ίδια λογική, η αναγνώριση της υποχρέωσης των μελών μιας ΑΕ να παραλείπουν τη διενέργεια ανταγωνιστικών πράξεων αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα δίκαιης προσαρμογής της ανώνυμης εταιρείας στις ανάγκες των συναλλαγών, προς αποφυγή συμπεριφορών των μετόχων που μπορούν να βλάψουν την πορεία της εταιρείας.