1. Λυκαβηττού 2, Κολωνάκι
2. Ακαδημίας 28, Κολωνάκι
210 36 41 214 - 210 36 46 874
   EN

main image

Ανάκληση Διαχειριστή Ομόρρυθμης Εταιρείας


Ανάκληση Διαχειριστή Ομόρρυθμης Εταιρείας

Legal Insight

Ιανουάριος 2025

Χριστίνα Καπουράνη, ΜΔΕ (mult.), PgCert, Υπ. ΔΝ

Ι. Περίληψη - Εισαγωγή: Οι προσωπικές εταιρείες, όπως είναι οι ομόρρυθμες εταιρείες, αποτελούν νομικά πρόσωπα μέσω των οποίων ασκείται η επιχειρηματική δραστηριότητα μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, με οικογενειακή ή σε κάθε περίπτωση κλειστή δομή ως προς τα πρόσωπα που συμμετέχουν στο εταιρικό σχήμα. Λόγω, δε, των ως άνω στενών και έμπιστων σχέσεων που αναπτύσσονται στα μέλη μίας ομόρρυθμης εταιρείας, η διαχείριση και η εκπροσώπηση αυτής ανήκει, κατ’ αρχήν, εφόσον δηλαδή δεν υπάρχει διαφορετική πρόβλεψη στο καταστατικό της εταιρείας, σε όλους τους εταίρους, οι οποίοι μπορούν να δρουν ατομικά χωρίς τη σύμπραξη των λοιπών. Τα μέλη της εταιρείας, όμως, μπορούν να προβλέψουν στο καταστατικό αυτής ότι ορισμένο ή ορισμένα πρόσωπα θα είναι διαχειριστές και εκπρόσωποι της εταιρείας. Η ως άνω καταστατική πρόβλεψη δεν είναι, σαφώς, αμετάβλητη, καθώς τα μέλη της εταιρείας μπορούν να ανακαλέσουν τις εξουσίες διαχείρισης και εκπροσώπησης που δόθηκαν σε συγκεκριμένα πρόσωπα, ιδίως αν τα τελευταία υποπέσουν σε διαχειριστικά σφάλματα. Παρακάτω θα προσπαθήσουμε, εν συντομία, να παραθέσουμε τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να είναι νόμιμη η ανάκληση του διαχειριστή ομόρρυθμης εταιρείας, καθώς και τις νόμιμες συνέπειες της ανάκλησης αυτής.

ΙΙ. Νομοθετικές προβλέψεις - Διαχειριστική Εξουσία σε Ο.Ε. και λήξη αυτής: 

Στα αρ. 254 παρ. 1 και 2 του ν. 4072/2012, στον οποίο περιλαμβάνονται οι ρυθμίσεις για τις ομόρρυθμες εταιρείες, ορίζεται: «Δικαίωμα και υποχρέωση διαχείρισης έχουν όλοι οι εταίροι, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση {…} Εφόσον η διαχείριση ασκείται από όλους ή από περισσότερους εταίρους και δεν προβλέπεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση, κάθε διαχειριστής εταίρος μπορεί να ενεργεί μόνος». Παράλληλα, το αρ. 257 παρ. 1 του αυτού νόμου ορίζει «Κάθε εταίρος έχει εξουσία εκπροσώπησης της εταιρείας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση». 

Οι ως άνω διατάξεις αποτυπώνουν τη βασική πρόβλεψη του νομοθέτη για τις ομόρρυθμες εταιρείες και εφαρμόζονται όταν το καταστατικό δεν περιέχει διαφορετικές ρυθμίσεις (εν προκειμένω αποτυπώνεται, όπως χαρακτηριστικά λέγεται, ο κανόνας της νόμιμης ατομικής διαχείρισης). Στην πράξη, όμως, τα μέλη της εταιρείας επιθυμούν η τελευταία να διαχειρίζεται και εκπροσωπείται προς τους τρίτους από συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα πρόσωπα, είτε λόγω ιδιαίτερων ικανοτήτων αυτών και, ως εκ τούτου, επειδή τα λοιπά μέλη τα εμπιστεύονται περισσότερο, είτε λόγω μεγαλύτερης συμβολής στη δραστηριότητα της εταιρείας, κ.ο.κ. Σπανιότερες, δε, είναι περιπτώσεις που οι εταίροι επιλέγουν τη συλλογική διαχείριση της εταιρείας (κατ΄αρ. 748 παρ. 1 ΑΚ, 249 παρ. 2 ν. 4072/2012), καθότι σε αυτές τις περιπτώσεις απαιτείται η συναίνεση όλων των εταίρων σωρευτικά για τη διενέργεια διαχειριστικών πράξεων (πληρωμές εργαζομένων και προμηθευτών, αναλήψεις από τραπεζικά ιδρύματα, υπογραφή συμφωνητικών, αγορά προμηθειών κ.ο.κ.), και έτσι δυσχεραίνεται η ταχύτητα στις συναλλαγές αυτής, ενώ αυξάνονται, ενδεχομένως, και οι προστριβές μεταξύ των εταίρων. Στις περιπτώσεις αυτές, πάντως, που επιλέγεται πρόβλεψη διαφορετική από τον ως άνω κανόνα της μεμονωμένης δράσης όλων των εταίρων, γίνεται λόγος για «καταστατική διαχείριση», όπως χαρακτηριστικά αποτυπώνεται. 

Η παύση, δε, της διαχειριστικής εξουσίας (είτε αφορά τα εσωτερικά ζητήματα της εταιρείας, είτε την εκπροσώπησή της προς τους τρίτους στην αγορά) επέρχεται με την απώλεια της ιδιότητας του εταίρου λόγω: 

• Λύσης και πτώχευσης της εταιρείας.

• Θανάτου του διαχειριστή.

• Υποβολή αυτού σε δικαστική συμπαράσταση.

• Εκούσια έξοδο ή αποκλεισμό.

• Ανάκληση διαχειριστή και εκπροσώπου κατ’ αρ. 752, 757 ΑΚ και 249 παρ. 2 ν. 4072/2012. Η τελευταία μπορεί να λάβει χώρα μόνο στις περιπτώσεις που τα μέλη έχουν επιλέξει με το καταστατικό τους την ανάθεση της διαχείρισης σε ορισμένο ή ορισμένα πρόσωπα ή σε όλα τα μέλη συλλογικά και όχι στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η ως άνω νόμιμη ατομική διαχείριση (όταν κάθε μέλος, δηλαδή, μπορεί να λειτουργεί ατομικά δίχως τη συναίνεση των λοιπών).

ΙΙΙ. Ανάκληση Διαχειριστή - Προϋποθέσεις ανάκλησης: Κατά τις ειδικότερες ρυθμίσεις του αρ. 752 ΑΚ (οι προϋποθέσεις του οποίου εφαρμόζονται και για την ανάκληση της εκπροσωπευτικής εξουσίας): «Η διαχείριση που έχει ανατεθεί με την εταιρική σύμβαση σε έναν ή σε μερικούς από τους εταίρους μπορεί να ανακληθεί μόνο για σπουδαίο λόγο {….} Σπουδαίος λόγος θεωρείται, ιδίως, η βαριά παράβαση των καθηκόντων ή η ανικανότητα για τακτική διαχείριση. Η ανάκληση γίνεται με ομόφωνη απόφαση όλων των λοιπών εταίρων, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία». 

α) Απόφαση των λοιπών εταίρων: Βασική προϋπόθεση για την ανάκληση του διαχειριστή  είναι η λήψη ομόφωνης απόφασης όλων των λοιπών εταίρων ότι δεν επιθυμούν, πλέον, να διαχειρίζεται την εταιρεία συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα πρόσωπα. Να σημειωθεί ότι το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι δεν απαιτείται ομοφωνία, αλλά αρκεί και η πλειοψηφία (αρ. 752 παρ. 3 ΑΚ σε συνδυασμό με το αρ.  253 παρ. 2 ν. 4072/2012). Σημαντικό, είναι, επίσης, να επισημανθεί ότι ο υπό ανάκληση διαχειριστής στερείται του δικαιώματος να ψηφίσει αναφορικά με την ανάκλησή του, για προφανείς λόγους σύγκρουσης συμφερόντων (ίδ. και ΜΠρΘεσσαλ  7631/2013,ΤΠΝ ΝΟΜΟΣ, με την οποία κρίθηκε ότι είναι άκυρη καταστατική ρήτρα που προβλέπει ότι ο ανακαλούμενος πρέπει να συναινέσει στην ανάκλησή του, καθώς και αρ. 98 ΑΚ). Η ανάκληση διαχειριστή, δε, είναι δυνατή και επί διμελούς ομόρρυθμης εταιρείας, καθότι η μονομερής δήλωση του μόνου δικαιούμενου να ψηφίσει εταίρου ισοδυναμεί με πολυμερή απόφαση που λαμβάνουν περισσότεροι εταίρου (συνδ. ερμηνεία αρ. 253 και 267 ν. 4072/2012).

Για να επέλθουν, συνεπώς, οι συνέπειες της απόφασης και να παύσουν οι εξουσίες του διαχειριστή απαιτείται: 

• Να ληφθεί η εν λόγω απόφαση, όχι απαραίτητα εγγράφως, εκτός αν προβλέπει διαφορετικά το καταστατικό της εταιρείας. 

• Να γνωστοποιηθεί με οποιοδήποτε μέσο στον ανακαλούμενο (ΕφΠειρ 577/2014, ΤΠΝ ΝΟΜΟΣ).

• Να δηλωθεί στο ΓΕΜΗ, προκειμένου να έχει ισχύ και έναντι των καλόπιστων τρίτων, δηλαδή έναντι αυτών που αγνοούν από άλλη πηγή τη λήψη της εν λόγω ανακλητικής απόφασης.

β) Σπουδαίος Λόγος: Δεύτερη και θεμελιώδης προϋπόθεση ανάκλησης είναι η συνδρομή σπουδαίου λόγου. Τέτοιος υπάρχει όταν η διατήρηση της διαχείρισης από το πρόσωπο που είχαν καταστατικά ορίσει τα μέρη γίνεται ιδιαίτερα επαχθής για τα συμφέροντα της εταιρείας και έμμεσα για τους λοιπούς εταίρους. Η έννοια του σπουδαίου λόγου κρίνεται κάθε φορά υπό συγκεκριμένες περιστάσεις και αφού εκτιμηθούν ενδεικτικά: ειδικές συμφωνίες των εταίρων, αντικείμενο δραστηριότητας, μέγεθος και διάρκεια επιχείρησης, πρόσωπα και ιδιαιτερότητες εταίρων, δομή εταιρείας, οικονομική της πορεία κ.ο.κ. Ο σπουδαίος λόγος δεν είναι απαραίτητα κάποια υπαίτια διαχειριστική παράβαση, αλλά και μία ανυπαίτια ασθένεια, λ.χ., του διαχειριστή που τον εμποδίζει από την άσκηση τακτικής διαχείρισης, με αποτέλεσμα να πλήττονται τα οικονομικά συμφέροντα της εταιρείας. Να σημειωθεί, δε, ότι συμφωνία των εταίρων που αποκλείει την ανάκληση διαχειριστή για σπουδαίο λόγο είναι άκυρη (αρ. 752 παρ. 1 εδ. β ΑΚ). Επιτρέπονται, ωστόσο, συμφωνίες που περιορίζουν τους σπουδαίους λόγους και τους απαριθμούν περιοριστικά ή ενδεικτικά. 

Έχουν, έτσι, κριθεί ως σπουδαίοι λόγοι ανάκλησης διαχείρισης οι κάτωθι:

• Η μακροχρόνια ασθένεια και η μακροχρόνια απουσία.

• Η διαρκής μη συμμόρφωση με τα πρότυπα επιμελούς διαχείρισης (μη ορθή τήρηση λογιστικών βιβλίων, μη έκδοση παραστατικών κ.ο.κ.). 

• Η απροθυμία και η άρνηση για τέλεση αναγκαίων διαχειριστικών πράξεων. 

•  Οι αδικαιολόγητες εναντιώσεις σε αναγκαίες πράξεις διαχείρισης ή αδικαιολόγητη μη συναίνεση σε αυτές (λ.χ. αδικαιολόγητη εναντίωση σε ρύθμιση οφειλών της εταιρείας προς το Δημόσιο). 

• Η ιδιοποίηση εταιρικών μέσων (υπεξαίρεση διαθέσιμων εταιρικού ταμείου). 

• Η διενέργεια ανταγωνιστικών προς την εταιρεία πράξεων με σκοπό την εξυπηρέτηση ατομικού συμφέροντος.

IV. Συνέπειες Ανάκλησης: Για να επέλθουν οι συνέπειες της ανακλητικής απόφασης, ως αναφέρθηκε, η απόφαση πρέπει να περιέλθει σε γνώση του ανακαλούμενου εταίρου και να δημοσιευτεί στο ΓΕΜΗ, όσον αφορά στους τρίτους. Η συνδρομή σπουδαίου λόγου, δε, είναι προϋπόθεση κύρους της ανάκλησης και η τελευταία θα είναι άκυρη (180 ΑΚ), αν στην ανακλητική απόφαση δεν γίνεται καν επίκληση σπουδαίου λόγου ή αν τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά είναι αναληθή ή δεν μπορούν να υπαχθούν στην έννοια του σπουδαίου λόγου. Ως εκ τούτου, ο ανακαλούμενος διαχειριστής ή κάθε άλλο πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον μπορεί:

α) να ζητήσει με αναγνωριστική αγωγή (αρ. 70 ΚΠολΔ) τη διαπίστωση ή μη ύπαρξης σπουδαίου λόγου στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης (ΜονΠρωτΘεσσαλ 37407/2006, ΕπισκΕΔ, 2006, 244) και όσο διαρκεί η τελευταία 

β) να αιτηθεί τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων προκειμένου να ρυθμιστεί προσωρινά η άσκηση της διαχειριστικής εξουσίας με τη μορφή που είχε η καταστατική διαχείριση.

Με την νόμιμη ανάκληση, ωστόσο, του καταστατικού διαχειριστή (η διαχειριστών) αναβιώνει, κατ’ αρχήν, η νόμιμη διαχείριση της εταιρείας, δηλαδή ο παραπάνω κανόνας της ατομικής διαχείρισης. Το ως άνω θα έχει ως συνέπεια ο ανακληθείς διαχειριστής, αν συνεχίζει να διατηρεί την εταιρική του ιδιότητα, να αναλάβει και πάλι καθήκοντα διαχειριστή. Οι λοιποί, ωστόσο, θα διατηρούν δικαίωμα εναντίωσης κατ΄ αρ. 254 παρ. 2 εδ. β΄ ν. 4072/2012  (κατά το τελευταίο: εκείνος που τελεί διαχειριστική πράξη οφείλει να μην την τελέσει, αν ένας από τους λοιπούς διαχειριστές εναντιωθεί πριν την ενέργεια της – ίδ. σχετικώς και ΑΠ 1333/2017, ΔΕΕ 2017, 1459). 

Διαβάστε περισσότερα
 
back to top