1. Λυκαβηττού 2, Κολωνάκι
2. Ακαδημίας 28, Κολωνάκι
210 36 41 214 - 210 36 46 874
   EN

main image

Αναγκαστική Είσπραξη Εμπορικής Απαίτησης μετά από Αλλεπάλληλες Προσπάθειες Απόκρυψης Εισοδημάτων

Μεταβίβαση Επιχείρησης σε Τέκνα και Ευθύνη αυτών για Χρέη της

Κρίσιμα σημεία:

Η υπόθεση αφορούσε σε αντιδικία ανάμεσα σε προμηθεύτρια εταιρεία καλλυντικών και ατομική επιχείρηση που διατηρούσε πολυκαταστήματα στην Ελλάδα και πωλούσε προϊόντα ένδυσης, υπόδησης, καλλωπισμού κλπ. Η προμηθεύτρια εταιρεία διατηρούσε απαίτηση συνολικού ύψους περίπου 200.000 ευρώ από πωλήσεις εμπορευμάτων που είχαν λάβει χώρα κατά τα έτη 2010-2012, καθώς και μία μικρή απαίτηση από μη απόδοση προμήθειας επί των κερδών βάσει μεταγενέστερης συμφωνίας μεταξύ των μερών.

Η ορθή υποστήριξη της υπόθεσης είχε ως αποτέλεσμα σε πρώτη φάση την έκδοση εκτελεστού τίτλου για τη μεγάλη απαίτηση της προμηθεύτριας εταιρείας και στη συνέχεια τη δέσμευση των λογαριασμών εταιρείας μέσω της οποίας κρυφά δραστηριοποιούταν ο οφειλέτης λόγω επιβολής πληθώρας κατασχέσεων σε βάρος της ατομικής του επιχείρησης.  

Η δέσμευση των λογαριασμών δύο εταιρειών μέσω των οποίων δραστηριοποιούταν ο οφειλέτης, είχε ως αποτέλεσμα ο τελευταίος να υπογράψει ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβασμού, βάσει του οποίου ανέλαβε την υποχρέωση να αποπληρώνει με μηνιαίες δόσεις το οφειλόμενο ποσό, ενώ το συμφωνητικό υπέγραψαν ως εγγυητές ευθυνόμενοι και με την ατομική τους περιουσία τα παιδιά του οφειλέτη.

Ιστορικό

Εταιρεία που δραστηριοποιούταν στον χώρο της εισαγωγής καλλυντικών διατηρούσε εμπορική συνεργασία με φυσικό πρόσωπο – ατομική επιχείρηση που διατηρούσε αλυσίδα πολυκαταστημάτων. Από τη συνεργασία τους είχε προκύψει οφειλή της ατομικής επιχείρησης ύψους περίπου 200.000 ευρώ που αφορούσε στο τίμημα των προϊόντων που η επιχείρηση μεταπωλούσε στα καταστήματά της. Το έτος 2013, η ατομική επιχείρηση πρότεινε έναν εναλλακτικό τρόπο εμπορικής συνεργασίας, ήτοι αντί να αγοράζει τα εμπορεύματα της προμηθεύτριας και να τα μεταπωλεί στα καταστήματά της, θα τα πωλούσε με το σύστημα της παρακαταθήκης, ήτοι τα προϊόντα θα παρέμεναν στην κυριότητα της προμηθεύτριας και θα πωλούνταν για λογαριασμό της στα καταστήματα του οφειλέτη, οπότε από το τίμημα που θα εισέπραττε το πολυκατάστημα, ένα ποσοστό θα αποτελούσε την προμήθεια της προμηθεύτριας. Ωστόσο, και στο πλαίσιο της νέας αυτής μορφής συνεργασίας δημιουργήθηκε επιπλέον χρέος της οφειλέτριας εταιρείας ύψους περίπου 10.000 ευρώ. 

Για το ποσό των 10.000 ευρώ η προμηθεύτρια άσκησε αγωγή ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου και εκδόθηκε απόφαση του δικαστηρίου που πράγματι υποχρέωνε τον οφειλέτη να καταβάλει το ως άνω ποσό. Ο οφειλέτης δεν άσκησε έφεση κατά της εν λόγω απόφασης, οπότε αυτή έγινε τελεσίδικη. Δυνάμει της εν λόγω απόφασης, η προμηθεύτρια εταιρεία επέβαλε κατάσχεση σε βάρος του οφειλέτη στους λογαριασμούς που διατηρούσε σε τράπεζες. Ωστόσο, οι καταθέσεις του οφειλέτη εμφάνιζαν μηδενικό υπόλοιπο, ενώ είχαν ήδη επιβληθεί προηγουμένως άλλες κατασχέσεις από πιστωτές του οφειλέτη για πολύ μεγάλα ποσά. Αντίστοιχα, η ακίνητη περιουσία του ήταν προσημειωμένη από τις τράπεζες, πολλά δε από τα ακίνητα που είχε στην ιδιοκτησία του είχαν ήδη κατασχεθεί και εκκρεμούσε πλειστηριασμός. Η προμηθεύτρια, βάσει του εκτελεστού τίτλου, έκανε απόπειρα κατάσχεσης του ταμείου ενός από τα κεντρικά πολυκατάστημα, ωστόσο κατάφερε να εισπράξει ένα πολύ μικρό ποσό, το οποίο δεν επαρκούσε καν για τα έξοδα της εκτέλεσης. 

Κατόπιν έκδοσης διαταγής πληρωμής για το μεγάλο ποσό (των 200.000 ευρώ), η έρευνα εστιάστηκε στον τρόπο με τον οποίο η επιχείρηση του οφειλέτη, παρά το γεγονός ότι όλοι οι λογαριασμοί του ήταν κατασχεμένοι, κατάφερνε και δραστηριοποιούταν στον χώρο του λιανικού εμπορίου, έναν χώρο όπου κατεξοχήν οι καταναλωτές προβαίνουν σε αγορές μέσω του πιστωτικού συστήματος με τη χρήση χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών. Από την έρευνα που έγινε προέκυψε το εξής: Ο οφειλέτης για την αποδοχή πληρωμών με κάρτες δεν χρησιμοποιούσε POS πιστωτικού ιδρύματος, αλλά POS ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος. Αφού διαπιστώθηκε ότι ο οφειλέτης κάνει χρήση τερματικού POS ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, επιβλήθηκε κατάσχεση εις χείρας του εν λόγω ιδρύματος και πράγματι δεσμεύτηκε ένα ποσό στον οικείο λογαριασμό, στον οποίο, σημειωτέον, δεν είχαν επιβληθεί προγενέστερες κατασχέσεις. Ωστόσο, λίγες ημέρες μετά την επιβολή της κατάσχεσης, το υπόλοιπο του εν λόγω λογαριασμού παρέμενε σταθερό, ενώ ο οφειλέτης εξακολουθούσε κανονικά τη λειτουργία του, αποδεχόμενος μάλιστα αγορές με κάρτα. Από σχετικό έλεγχο, διαπιστώθηκε ότι ο οφειλέτης ακολουθούσε την εξής μέθοδο: Όταν ο πελάτης ήθελε να πληρώσει με μετρητά, εκδιδόταν παραστατικό της ατομικής επιχείρησης. Αντίθετα, όταν ο καταναλωτής επιθυμούσε να πληρώσει με κάρτα, εκδιδόταν παραστατικό άλλης εταιρείας, στην οποία μετείχαν τα παιδιά του οφειλέτη. Συνεπώς, το αντίτιμο κατέληγε σε λογαριασμό που διατηρούσε η εν λόγω εταιρεία σε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, στον οποίο φυσικά δεν είχε επιβληθεί κατάσχεση. 

Άμεσα, ασκήθηκε ενώπιον του αρμόδιου Πρωτοδικείου αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, με αίτημα τη συντηρητική κατάσχεση των λογαριασμών που διατηρούσε η εταιρεία των παιδιών του οφειλέτη, σύμφωνα με τους κανόνες για την αντίστροφη άρση της νομικής προσωπικότητας και τη δόλια ανηθικότητα, αφού ο οφειλέτης στην πράξη, προκειμένου να αποφύγει τις πληρωμές προς τους πιστωτές του, μεταβίβαζε τα χρηματικά αυτά ποσά στην εταιρεία των παιδιών του. Πράγματι, εκδόθηκε προσωρινή διαταγή που απαγόρευση τη νομική και πραγματική μεταβολή του λογαριασμού που διατηρούσε η ως άνω εταιρεία στο ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, μέχρι την συζήτηση της αίτησης ασφαλιστικών. Ωστόσο, μετά την εν λόγω δέσμευση, ο οφειλέτης σταμάτησε να χρησιμοποιεί τον ως άνω (δεσμευμένο πλέον) λογαριασμό της εταιρείας των παιδιών του στο ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, αλλά λογαριασμό της εταιρείας αυτής σε έτερο πιστωτικό ίδρυμα. 

Παράλληλα, ασκήθηκε ενώπιον του αρμόδιου Πρωτοδικείου αίτηση για θέση της επιχείρησης του οφειλέτη σε αναγκαστική διαχείριση, ήτοι να αναλάβει τρίτος τη λειτουργία της επιχείρησής του, μέχρι την πληρωμή των υποχρεώσεών του. 

Λίγους μήνες αργότερα εκδόθηκε η απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Το δικαστήριο έκρινε ότι τα πραγματικά περιστατικά αυτά δεν θεμελίωναν τις επικαλούμενες νομικές βάσεις. Επίσης, εκδόθηκε η απόφαση επί της αίτησης αναγκαστικής διαχείρισης, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση, επειδή πιθανολογήθηκε ότι η λειτουργία της επιχείρησης απαιτούσε τις προσωπικές ικανότητες του οφειλέτη, ο οποίος είχε ήδη προβεί σε ρυθμίσεις με αρκετούς πιστωτές του, καθώς και με το Δημόσιο. 

Λίγες ημέρες μετά τη δημοσίευση της εν λόγω απόφασης, από σχετική έρευνα προέκυψε ότι ο οφειλέτης είχε προχωρήσει στη σύσταση και άλλης εταιρείας, η οποία είχε τη μορφή Α.Ε. με μετόχους τα παιδιά του, στην οποία εταιρεία τιμολογούνταν οι αγορές που πραγματοποιούνταν με χρήση πιστωτικής ή χρεωστικής κάρτας. Αφού έγινε η σχετική διασταύρωση των στοιχείων στο Γ.Ε.ΜΗ. ασκήθηκε νέα αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με αίτημα τη συντηρητική κατάσχεση όλων των λογαριασμών που διατηρούσαν οι εταιρείες μέσω των οποίων δραστηριοποιούταν ο οφειλέτης. Το αίτημα προσωρινής διαταγής απορρίφθηκε και ορίστηκε δικάσιμος για τη συζήτηση της αίτησης ασφαλιστικών τον Αύγουστο του 2018. Το δικαστήριο, με την απόφασή του, έκρινε ότι για το χρέος του οφειλέτη ευθύνονταν και οι δύο άλλες εταιρείες με μετόχους τα παιδιά του και διέταξε τη συντηρητική κατάσχεση των λογαριασμών των εταιρειών αυτών.

Στρατηγική

Τα σημεία κλειδιά για την επιτυχή έκβαση της υπόθεσης ήταν τα ακόλουθα:

• Σε πρώτη φάση εκδόθηκε τίτλος για τη μεγάλη απαίτηση, ήτοι την απαίτηση των 200.000 ευρώ, από το τίμημα πωλήσεων που είχαν λάβει χώρα τα έτη 2010-2012. Επειδή τα τιμολόγια δεν έφεραν υπογραφή, ενώ παράλληλα κάποιες από τις απαιτήσεις φαίνονταν εκ πρώτης όψεως παραγεγραμμένες, η διαταγή πληρωμής εκδόθηκε βάσει των εμπορικών βιβλίων της προμηθεύτριας σε συνδυασμό και με το συμφωνητικό του 2013 στο οποίο ο οφειλέτης αναγνώριζε ρητά το χρέος του προς την προμηθεύτρια.  

• Όταν έγινε αντιληπτό ότι ο οφειλέτης εισέπραττε χρήματα από πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες μέσω λογαριασμού που διατηρούσε ομόρρυθμη εταιρεία των παιδιών του, ασκήθηκε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με αίτημα προσωρινής διαταγής και δεσμεύτηκε ο εν λόγω λογαριασμός. 

• Κάθε φορά που δεσμευόταν ένας λογαριασμός, ο οφειλέτης αμέσως προχωρούσε σε αλλαγή του λογαριασμού με τον οποίο συνέδεε τα τερματικά POS της επιχείρησής του. Από τον δικό του λογαριασμό σε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, στον λογαριασμό της εταιρείας των παιδιών του σε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, σε λογαριασμό της εταιρείας των παιδιών του σε λιγότερο γνωστό πιστωτικό ίδρυμα και, τέλος, σε λογαριασμό της νεοσυσταθείσας ανώνυμης εταιρείας σε τράπεζα. όλες αυτές οι μεταβολές παρείχαν άφθονο αποδεικτικό υλικό για την μεθόδευση του οφειλέτη προκειμένου να αποφύγει τις πληρωμές του. 

• Δόθηκαν συνολικά πέντε δικαστικοί αγώνες, δύο σε επίπεδο προσωρινής διαταγής και τρεις σε επίπεδο ασφαλιστικών μέτρων. Από τους πέντε αυτούς αγώνες, η προμηθεύτρια εταιρεία κέρδισε μόνον τους δύο, μεταξύ των οποίων ωστόσο ήταν και ο τελευταίος και πιο κρίσιμος, εφόσον το Δικαστήριο διέταξε τη συντηρητική κατάσχεση όλων των λογαριασμών όλων των εταιρειών, αλλά και των παιδιών του οφειλέτη – ομορρύθμων εταίρων της μίας εταιρείας. 

Αποτέλεσμα

Μετά από πολλούς δικαστικούς αγώνες, εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2018 η απόφαση επί της αίτησης συντηρητικής κατάσχεσης που είχε ασκήσει η προμηθεύτρια κατά του οφειλέτη, των εταιρειών μέσω των οποίων δραστηριοποιούταν πλέον, καθώς και των παιδιών του που ήταν ομόρρυθμοι εταίροι της μίας εξ αυτών. Η απόφαση έκρινε μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα: «…πιθανολογήθηκε ότι η ανωτέρω οφειλή, για την οποία εκδόθηκε η προαναφερόμενη Διαταγή Πληρωμής, βαρύνει, εκτός από τον πέμπτο καθού η αίτηση, και τους υπόλοιπους καθών η αίτηση, οι οποίοι έχουν ενεργή ανάμιξη στη λειτουργία και διαχείρισης της ατομικής επιχείρησης του πέμπτου καθού η αίτηση. Άλλωστε η επιχείρηση αυτή αποτελεί την «οικογενειακή επιχείρηση» των καθών η αίτηση. Όσα, δε, αντίθετα ισχυρίζονται οι καθών η αίτηση με το σημείωμά τους πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα. […] Με βάση τα παραπάνω που πιθανολογήθηκαν, το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι νομοτύπως και παραδεκτώς ζητεί η αιτούσα να επιβληθεί συντηρητική κατάσχεση εις βάρος των καθών η αίτηση εις χείρας των προαναφερόμενων πιστωτικών ιδρυμάτων ως τρίτων». Ακολούθως, βάσει της απόφασης, επιβλήθηκαν συντηρητικές κατασχέσεις σε βάρος των δύο εταιρειών μέσω των οποίων δραστηριοποιούταν πλέον η ατομική επιχείρηση, καθώς και σε βάρος των παιδιών του οφειλέτη, εις χείρας των πιστωτικών ιδρυμάτων και του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος. Εφόσον πλέον ο οφειλέτης δεν μπορούσε ουσιαστικά να δεχθεί πληρωμές με κάρτες, εφόσον κάθε ποσό που πληρωνόταν με τον τρόπο αυτόν δεσμευόταν, αποφάσισε να συμβιβαστεί με τους όρους της προμηθεύτριας. Το συμφωνητικό συμβιβασμού υπέγραψαν και τα παιδιά του οφειλέτη και μέτοχοι της Α.Ε., εγγυώμενα την αποπληρωμή του ημίσεως της οφειλής. 

Συμπέρασμα

Η σχολαστική έρευνα της επιχείρησης του οφειλέτη και επιμονή της προμηθεύτριας εταιρείας, η οποία υποβλήθηκε σε πέντε δικαστικούς αγώνες, ήταν τελικά το κλειδί για την επιτυχή έκβαση της υπόθεσης. Πολλές φορές μία σημαντική νίκη μπορεί να έρθει μετά από πολλές ήττες. Η προμηθεύτρια κατόρθωσε μέσω συνεχών επιθετικών ενεργειών στις οποίες προέβη να ικανοποιήσει εν έτει 2018 αξιώσεις της που ανέτρεχαν στα έτη 2010-2012.   

Διαβάστε περισσότερα
 
back to top