Legal Insight
Μάρτιος 2025
Γιώργος Ψαράκης, ΜΔΕ, LL.M. PgCert
(αναδημοσίευση από Nbdaily)
Περίληψη: Έχοντας ήδη ασχοληθεί με τις συμφωνίες εχεμύθειας στο πλαίσιο της εξαγοράς μιας επιχείρησης, στο παρόν άρθρο θα σταχυολογήσουμε κάποια βασικά σημεία ενδιαφέροντος ως προς το Μνημόνιο Κατανόησης (Memorandum of Understanding, εφεξής “MOU”). Το MOU αποτελεί το έγγραφο όπου τα μέρη, πριν ξεκινήσουν τον οικονομικό και νομικό έλεγχο της υπό εξαγοράς επιχείρησης, και πριν καταρτίσουν την οριστική σύμβαση, καταγράφουν αφενός τα σημεία όπου ήδη υπάρχει συναίνεση, αφετέρου αυτά για τα οποία τα μέρη δεσμεύονται να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις. Αποτελεί ένα κείμενο «χαμαιλέοντα» όπου άλλοτε μπορεί να συνιστά μια απλή «συμφωνία κυρίων» χωρίς κάποια νομική δεσμευτικότητα, άλλοτε, όμως, μπορεί κάλλιστα να δεσμεύει τα μέρη με σοβαρές συνέπειες και κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησης των εκεί συμφωνηθέντων.
Στο παρόν άρθρο θα σχολιάσουμε ορισμένα ενδιαφέροντα σημεία των Μνημονίων Συνεργασίας (MOU/LOI/HOT). Μετά την αναφορά μας σε προηγούμενο άρθρο στις συμφωνίες εχεμύθειας, επόμενο, συνήθως, στάδιο σε μια διαδικασία εξαγοράς επιχείρησης είναι η σύνταξη ενός MOU. Η εν λόγω συμφωνία προηγείται του νομικού, οικονομικού και τεχνικού ελέγχου της επιχείρησης (due diligence) και αποτελεί μια κατ’ αρχήν συμφωνία μεταξύ πωλητή και αγοραστή σε ορισμένα από τα υπό διαπραγμάτευση σημεία και μια καταγραφή των ζητημάτων για τα οποία δεν υπάρχει ακόμα συναίνεση. Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να δώσουμε ορισμένες απαντήσεις στα πιο συχνά ερωτήματα σε σχέση με το MOU.
1. Τι είναι το MOU;
To “MOU”, αρτικόλεξο της φράσης “Memorandum of Understanding” («Μνημόνιο Συνεννόησης»), αποτελεί ένα έγγραφο που υπογράφεται από τα υποψήφια μέρη της εξαγοράς, συνιστά επιβεβαίωση της βούλησής τους για ολοκλήρωση της συμφωνίας και χρησιμεύει συνήθως ως ένας οδικός χάρτης ως προς την τελική συμφωνία που θα ακολουθήσει. Σε αυτό αποτυπώνονται τα κύρια σημεία της συμφωνίας, όπως αυτά έχουν προσδιορισθεί στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο των διαπραγματεύσεων: το τίμημα, ο τρόπος καταβολής, ο χρόνος κατάρτισης της οριστικής σύμβασης, οι όροι εχεμύθειας/αποκλειστικότητας και πολλά άλλα.
Αν δούμε μια εξαγορά σαν ένα γάμο, τότε το MOU είναι ο αρραβώνας, η υπογραφή της σύμβασης (signing) είναι η πρόταση γάμου και η εκτέλεση αυτής (closing) είναι η ίδια η τελετή του γάμου. Άρα όπως ο αρραβώνας δεν ταυτίζεται με το γάμο, έτσι και το MOU δεν ταυτίζεται με την οριστική σύμβαση, αποτελεί, ωστόσο, μια πρώτη τυπική δέσμευση του υποψήφιου αγοραστή ότι πράγματι ενδιαφέρεται και ότι επιθυμεί να εκκινήσει της διαδικασίες ελέγχου και εξαγοράς. Με το MOU ο αγοραστής, μεταξύ άλλων, δηλώνει ότι επιθυμεί να αγοράσει και ο πωλητής ότι επιθυμεί να πωλήσει. Όπως όμως ο αρραβώνας δεν καταλήγει πάντα σε γάμο, έτσι και ένα MOU δεν καταλήγει πάντα στην υπογραφή της οριστικής σύμβασης.
Η λειτουργία ενός MOU είναι κυρίως επιβεβαιωτική των προθέσεων: τα μέρη νιώθουν την ασφάλεια ενός γραπτού κειμένου όπου περιέχεται μεγάλο τμήμα των επιμέρους όρων της συμφωνίας, ενώ παράλληλα μπορεί να διεξάγονται διαπραγματεύσεις για επιμέρους επιπλέον ζητήματα και ο έλεγχος της επιχείρησης (due diligence).
2. Ποιο είναι το βασικό περιεχόμενο ενός MOU;
Ένα MOU αρχίζει συνήθως με μια βασική περιγραφή της σκοπούμενης συναλλαγής. Μετά ακολουθεί μια αποτύπωση του «οδικού χάρτη» της ολοκλήρωσης της συμφωνίας. Αυτός περιλαμβάνει την κατάρτιση του MOU, τη διενέργεια νομικού, φορολογικού και οικονομικού ελέγχου (due diligence) της επιχείρησης και κατόπιν την κατάρτιση της οριστικής σύμβασης (signing, closing). Κατόπιν γίνεται μια αναφορά στους επιμέρους όρων επί των οποίων έχει ήδη επέλθει συμφωνία. Τέλος αναφέρονται τα σημεία ως προς τα οποία ακόμα δεν έχει επέλθει συμφωνία των μερών και έπονται διαπραγματεύσεις. Ακολουθούν πιθανόν όροι περί εχεμύθειας και αποκλειστικότητας (ρήτρες No-shop, No-talk), τυχόν εγγυοδοτικές δηλώσεις ως προς την επιχείρηση και πιθανές αιρέσεις ως προς εγκρίσεις εποπτικών φορέων κτλ.
3. Ποια η νομική δεσμευτικότητα ενός MOU;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται από τους όρους που περιέχει το MOU. Όσο περισσότερα σημεία της συμφωνίας έχουν αποτυπωθεί στο κείμενο του MOU, τόσο πιο κοντά είμαστε σε ένα πλήρως δεσμευτικό κείμενο. Για να δεχτούμε μια δεσμευτική συμφωνία θα πρέπει, εκτός κι αν προκύπτει κάτι διαφορετικό, να έχουν τα μέρη καταλήξει με τρόπο σαφή και ορισμένο ως προς όλα τα ζητήματα που τέθηκαν στο τραπέζι των συζητήσεων ως απαραίτητα για την ύπαρξη συμφωνίας, δηλ. όχι μόνο ως προς ουσιώδη μέρη της συμφωνίας (λ.χ. τίμημα και πωλούμενες μετοχές) αλλά και τα επουσιώδη αυτής (λ.χ. χρόνος καταβολής τιμήματος), εφόσον θεωρήθηκαν από τα μέρη απαραίτητα για την ύπαρξη της συμφωνίας.
Συνήθως, επίσης, περιέχεται ρητά όρος ότι τα μέρη επιφυλάσσονται μέχρι να υπογραφεί η οριστική σύμβαση (“subject to contract clause”) ή ότι η συμφωνία δεν είναι δεσμευτική για τα μέρη (“non-binding clauses”). Στις περιπτώσεις αυτές τα συμβαλλόμενα μέρη ορίζουν συνήθως ότι ισχύς του MOU εξαρτάται από την σύναψη της οριστικής συμφωνίας εξαγοράς. Άρα δεν μπορεί να λειτουργήσει εξαναγκαστικά για οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος, εκτός κι αν μεταγενέστερη συμπεριφορά των μερών έρχεται να ανατρέψει ό,τι είχαν συμφωνήσει.
4. Σε περίπτωση που κρίνεται ότι το MOU δεν δεσμεύει τα μέρη να προχωρήσουν στην υπογραφή της τελικής σύμβασης, ποια η αξία του;
Τις περισσότερες των περιπτώσεων, ένα MOU δεν θα δεσμεύει τα μέρη να καταρτίσουν την οριστική σύμβαση εξαγοράς (λ.χ. πώλησης μετοχών). Η πρακτική του αξία εκεί εκδηλώνεται σε τρία επίπεδα: α) αρχικά μπορεί να περιέχει πλήρως δεσμευτικές συμφωνίες περί εχεμύθειας και αποκλειστικής διαπραγμάτευσης οι οποίες μπορούν να εξασφαλίζονται και με ποινικές ρήτρες, β) δεύτερον λειτουργεί επιβοηθητικά στη διαπραγμάτευση καθότι αποτυπώνει τους μέχρι εκείνη τη στιγμή συμφωνηθέντες όρους και συνεισφέρει στην εμπέδωση αμοιβαίας εμπιστοσύνης ασκώντας ψυχολογική επιρροή στα μέρη και γ) τέλος, είναι πιθανόν να μπορεί να θεμελιωθεί ευθύνη του μέρους που δεν συναλλάχθηκε/διαπραγμάτευτηκε καλόπιστα προς αποζημίωση του έτερου μέρους.
5. Μπορεί ο πωλητής μετά την υπογραφή ενός MOU να διαπραγματεύεται και με λοιπούς υποψήφιους αγοραστές;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται από το αν έχει συμφωνηθεί ρήτρα αποκλειστικότητας ή όχι. Είναι ενίοτε περιεχόμενο ενός MOU η δέσμευση του υποψήφιου πωλητή ότι δεν θα προχωρήσει σε συζητήσεις με λοιπούς υποψήφιους αγοραστές για την πώληση της επιχείρησης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μέχρι να υπογραφεί και η οριστική σύμβαση (no talk/no shop clause). Η συμφωνία μάλιστα αυτή αρκετές φορές διασφαλίζεται και με αντίστοιχη ποινική ρήτρα υψηλού χρηματικού ποσού, το οποίο αντικατοπτρίζει όχι μόνο τα κόστη του υποψήφιου αγοραστή (κόστος ελέγχου, νομικών συμβούλων κτλ.) αλλά και το κόστος ευκαιρίας λόγω της απώλειας χρόνου μέσα στον οποίο θα μπορούσε να εξαγοράσει έτερη επιχείρηση.
6. Τι έπεται συνήθως της υπογραφής ενός MOU;
Μετά την κατάρτιση ενός MOU τα μέρη προχωρούν συνήθως στον προσυμβατικό έλεγχο της πωλούμενης επιχείρησης (Due Diligence). Το στάδιο αυτό είναι ένα από τα πιο σημαντικά της διαδικασίας της εξαγοράς, γιατί εκεί κρίνεται το «καλώς έχειν» της επιχείρησης. Η επιχείρηση ελέγχεται κυρίως σε οικονομικό, νομικό, φορολογικό αλλά και τεχνικό επίπεδο. Τα αποτελέσματα του ελέγχου θα καθορίσουν κατά μεγάλο μέρος την τελική έκβαση της συμφωνίας και κυρίως τους βασικούς όρους αυτής (λ.χ τίμημα).