1. Λυκαβηττού 2, Κολωνάκι
2. Ακαδημίας 28, Κολωνάκι
210 36 41 214 - 210 36 46 874
   EN

main image

Πως επιδρούν τα Ελαττώματα Σύγκλησης της Γενικής Συνέλευσης (Γ.Σ.) στη Ληφθείσα Απόφασή της


Πως επιδρούν τα Ελαττώματα Σύγκλησης της Γενικής Συνέλευσης (Γ.Σ.) στη Ληφθείσα Απόφασή της

Legal Insight

Οκτώβριος 2023

Αρετή Κολοκοτρώνη, ΜΔΕ

Περίληψη: Οι ελαττωματικές αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, η οποία αποτελεί το ανώτατο όργανο της ανώνυμης εταιρείας, διακρίνονται σε άκυρες, ακυρώσιμες και ανυπόστατες, ανάλογα με τη βαρύτητα του ελαττώματος που έχει εμφιλοχωρήσει κατά τη διαδικασία λήψης αυτών. Στο παρόν σημείωμα θα αναλυθεί το πως επιδρούν τα ελαττώματα στη σύγκληση της Γ.Σ. στη μετέπειτα ληφθείσα απόφαση της τελευταίας. Ουσιώδους σημασίας αποτελεί η διάκριση εάν υφίσταται παντελής έλλειψη σύγκλησης της Γ.Σ., περίπτωση που οδηγεί σε ακυρότητα της ληφθείσας απόφασης, ή ύπαρξη σύγκλησης, πλην όμως ελαττωματικής, που καθιστά την απόφαση ακυρώσιμη υπό τις προϋποθέσεις του άρθρ. 137 ν. 4548/2018.

A. Έλλειψη σύγκλησης της Γ.Σ. - Ακυρότητα απόφασης

Σύμφωνα με το άρθρ. 138 παρ. 1 του ν. 4548/2018, σε περίπτωση που δεν υπήρξε σύγκληση της Γ.Σ., η απόφαση που θα ληφθεί είναι άκυρη. Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, προϋποτίθεται ότι δεν προηγήθηκε καθόλου σύγκληση και όχι όταν υπήρξε μεν σύγκληση, η οποία, όμως, δεν πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου ή του καταστατικού (περίπτωση που θα αναλυθεί κατωτέρω). Ο νόμος εκλαμβάνοντας την περίπτωση της παντελούς έλλειψης συγκλήσεως ως βαρύτερο ελάττωμα της ληφθείσας απόφασης της Γ.Σ., προβλέπει ως συνέπεια την ακυρότητα της απόφασης αυτής. Τούτο διότι η έλλειψη σύγκλησης συνεπάγεται την απουσία ενημέρωσης των μετόχων για τη διεξαγωγή της Γ.Σ. και τους αποστερεί από τη δυνατότητα άσκησης των δικαιωμάτων τους να συμμετάσχουν στη διενεργηθείσα Γ.Σ. και να αντιταχθούν στις αποφάσεις που θα ληφθούν.

1. Σε ποιες περιπτώσεις θεωρείται εκ του νόμου ότι υπάρχει σύγκληση: 

Δεν υπάρχει σύγκληση Γ.Σ., αν δεν υπήρξε πρόσκληση προερχόμενη από την εταιρία και περιέχουσα τουλάχιστον ένδειξη της ημερομηνίας και του τόπου της Γ.Σ. και η οποία δημοσιεύθηκε κατά το νόμο και το καταστατικό (άρθ. 138 παρ. 2). Η διάταξη περιγράφει τις ελάχιστες προϋποθέσεις, προκειμένου να θεωρηθεί ότι υφίσταται σύγκληση. Εφόσον οι ως άνω τηρούνται, αλλά διαπιστώνονται παρατυπίες ως προς τη διαδικασία της σύγκλησης της Γ.Σ., η απόφαση της Γ.Σ. δεν είναι άκυρη αλλά δύναται υπό προϋποθέσεις να κριθεί ακυρώσιμη. Ειδικότερα:

i. Πρόσκληση προερχόμενη από την εταιρεία: 

Ως προερχόμενη από την εταιρεία θεωρείται η πρόσκληση όταν έχει γίνει από το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.), ως το κατεξοχήν αρμόδιο όργανο για τη σύγκληση, ή κάποιο μέλος αυτού. Πρέπει να επισημανθεί ότι είναι αδιάφορο εάν υπάρχουν πλημμέλειες στην απόφαση του Δ.Σ. περί σύγκλησης, π.χ. μη νόμιμη σύνθεση, μη νόμιμη συγκρότηση, έλλειψη απαρτίας ή πλειοψηφίας. Επίσης, άνευ σημασίας είναι αν το Δ.Σ. έχει εκλεγεί νομίμως. Ακόμη, δηλαδή, κι αν η εκλογή του Δ.Σ. είναι ανυπόστατη ή άκυρη ή έχει ακυρωθεί, δεν τίθεται θέμα ακυρότητας των αποφάσεων της Γ.Σ., καθώς η πρόσκληση προέρχεται από την εταιρεία κατά την έννοια του νόμου, αλλά μόνο ακυρωσίας υπό τις προϋποθέσεις του άρθρ. 137. Κρίσιμο είναι οι μέτοχοι να εκλαμβάνουν την πρόσκληση ως προερχόμενη από την εταιρεία και να προσέρχονται στη Γ.Σ. για την άσκηση των δικαιωμάτων τους. Εφόσον η πρόσκληση προέρχεται από το Δ.Σ. που εμφανίζεται στα επίσημα δημοσιευμένα στοιχεία της εταιρείας στο ΓΕΜΗ, πληροί τις προϋποθέσεις της διάταξης.

Χαρακτηριστική στο σημείο αυτό η κρίση της υπ’ αριθμ. 4907/2017 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης: «Συνεπώς, με το ισχύον δίκαιο του Ν. 3604/2007, όταν το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέχθηκε με ανυπόστατη ή άκυρη απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων, κατά το άρθρο 35β και 35γ Ν. 2190/1920, εξακολουθεί μεν να υπάρχει έλλειψη διοίκησης Ανώνυμης Εταιρείας, όπως και παλαιότερα, αλλά, αν αυτό εν συνεχεία συγκαλέσει Γ.Σ., τότε επειδή η πρόσκληση προέρχεται από την Εταιρεία, στην οποία και καταλογίζεται και δη από το Δ.Σ., έστω και αν το τελευταίο δεν έχει εκλεγεί ή συγκροτηθεί νομίμως, η διαδικασία αυτή επιφέρει επίσης όχι την ακυρότητα αλλά την ακυρωσία της ληφθείσας απόφασης της Γ.Σ., αφού πρόκειται περί παράνομης μεν αλλά υποστατής διαδικασίας».

Ομοίως, και η υπ’ αριθμ. 1392/2014 απόφαση του Αρείου Πάγου: «Με τις διατάξεις του άρθρου 35α, 35β ν. 2190/1920, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 42 του ν. 3604/2007 (ΦΕΚ Α` 189/8.8.2007) που εφαρμόζεται σε αποφάσεις Γ.Σ. που συγκλήθηκαν ή έλαβαν χώρα μετά την 8.10.2007 (άρθρ. 79 παρ. 7 εδ. β και 82 του ν. 3604/2007), τα ελαττώματα της απόφασης του Δ.Σ., με την οποία συγκλήθηκε η Γ.Σ. αποτελούν λόγο ακυρωσίας της απόφασης της Γ.Σ., η οποία ισχύει μέχρι την τελεσίδικη ακύρωσή της ... Η συγκεκριμένη διάταξη επιβάλλει να θεωρείται νόμιμη η σύγκληση όταν η απόφαση σύγκλησης του Δ.Σ. λαμβάνεται από μέλη του οργάνου, ο αριθμός των οποίων δεν επαρκεί για τη λήψη έγκυρης απόφασης Δ.Σ. (ακυρότητα απόφασης Δ.Σ. λόγω έλλειψης απαρτίας και πλειοψηφίας) καθώς και όταν λαμβάνεται από Δ.Σ. το οποίο λόγω υποστελέχωσης έχει απωλέσει τη συγκεκριμένη στιγμή την ικανότητα να λειτουργεί ως εταιρικό όργανο (ακυρότητα λόγω έλλειψης νόμιμης σύνθεσης), ενώ προκρίνεται η ακυρωσία της σχετικής απόφασης Γ.Σ. μόνο όταν θίγει το δικαίωμα των εταίρων για συμμετοχή τους στη Γ.Σ.».

Επιπλέον, η πρόσκληση θεωρείται ότι προέρχεται από την εταιρεία και στις δύο (2) κάτωθι περιπτώσεις: α) όταν προέρχεται από τον ελεγκτή της Α.Ε., σύμφωνα με το άρθρ. 121 παρ. 2 του ν. 4548/2018 και β) προερχόμενη από μέτοχο της μειοψηφίας που εκπροσωπεί το 1/20 του μετοχικού κεφαλαίου, κατόπιν έκδοσης δικαστικής απόφασης (άρθρ. 141 παρ. 1 ν. 4548/2018). Στην τελευταία περίπτωση πρέπει να γίνει η ακόλουθη διάκριση: Όταν η σύγκληση προέρχεται από τη μειοψηφία, χωρίς, ωστόσο, να υφίσταται η απαιτούμενη εκ του νόμου δικαστική απόφαση, θεωρείται ότι υπάρχει σύγκληση, διότι και σ’ αυτή τη περίπτωση η πρόσκληση προέρχεται από την εταιρία, είναι ωστόσο ακυρώσιμη, επειδή ελήφθη από Γ.Σ. που δεν είχε νόμιμα συγκληθεί. Διαφορετική μεταχείριση όταν η πρόσκληση προέρχεται από τη μειοψηφία που δε συγκεντρώνει το 1/20 του μετοχικού κεφαλαίου αλλά ποσοστό μικρότερο, επειδή η πρόσκληση δε θα προέρχεται από την εταιρεία (ο νόμος ρητά προϋποθέτει μειοψηφία που εκπροσωπεί το 1/20 του μετοχικού κεφαλαίου), με αποτέλεσμα την ακυρότητα της μετέπειτα ληφθείσας απόφασης. 

ii. Πρόσκληση περιέχουσα ένδειξη της ημερομηνίας και του τόπου της Γ.Σ.: Αρκεί η ημερομηνία και δεν απαιτείται αναγραφή της ώρας (εφόσον ελλείπει η ώρα τίθεται ζήτημα ακυρωσίας της απόφασης). Ως τόπος πρέπει να αναγράφεται η ακριβής διεύθυνση και δεν αρκεί απλή αναφορά π.χ. του Δήμου. Όσον αφορά τον αναφερόμενο στην πρόσκληση χρόνο και τόπο συνεδρίασης εννοείται ότι πρέπει αυτός να είναι αληθινός. Αν η συνέλευση έγινε σε άλλο χρόνο ή τόπο από τον αναγραφόμενο στην πρόσκληση συγκροτείται συνέλευση χωρίς πρόσκληση και η σχετική απόφαση είναι άκυρη (βλ. ΑΠ 1392/2014).

iii. Πρόσκληση που δημοσιεύθηκε κατά τον νόμο και το καταστατικό: Πέραν των διατάξεων του νόμου, πρέπει να τηρούνται και οι ειδικότερες προβλέψεις του καταστατικού, π.χ. όρος του καταστατικού για ειδοποίηση των μετόχων και με ατομική επιστολή, που δε τηρήθηκε, συνεπάγεται την έλλειψη σύγκλησης και την ακυρότητα της απόφασης που θα ληφθεί από τη Γ.Σ.

Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ότι αν έχουμε καθολική Γ.Σ. κατά την οποία παρίστανται όλοι οι μέτοχοι και κανείς δεν αντιλέγει, η έλλειψη της πρόσκλησης θεραπεύεται, θεωρείται ότι η Γ.Σ. έχει νομίμως συγκληθεί και λαμβάνει νομίμως απόφαση.

2. Έννομες συνέπειες από την έλλειψη σύγκλησης: 

Εάν δεν συντρέχουν οι ως άνω τιθέμενες ελάχιστες προϋποθέσεις για την ύπαρξη σύγκλησης, η απόφαση που θα ληφθεί είναι άκυρη. Η άκυρη απόφαση θεωρείται αυτοδικαίως ανύπαρκτη και δεν αναπτύσσει από τη λήψη της τις έννομες συνέπειές της κατ’ άρθρ. 180 ΑΚ (βλ. ΠΠρΑθ 2809/2014). Ωστόσο, ο καθένας που έχει έννομο συμφέρον (μέτοχος ή τρίτος) μπορεί να αξιώσει την αναγνώριση της ακυρότητας της αποφάσεως εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από τη λήψη της (αγωγή αναγνωριστικού χαρακτήρα). Στη περίπτωση αυτή, τα αποτελέσματα της άκυρης απόφασης αίρονται αναδρομικώς ήδη από τον χρόνο λήψης της. Η άκυρη απόφαση καθίσταται απρόσβλητη και θεραπεύεται το ελάττωμά της, εφόσον παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του έτους για την προβολή της ακυρότητας.

Ειδικώς, η προβολή ακυρότητας εκ μέρους μετόχου λόγω έλλειψης σύγκλησης της Γ.Σ. δεν είναι επιτρεπτή, αν ο μέτοχος αυτός μεταγενέστερα δήλωσε προς την εταιρεία εγγράφως ή με δήλωσή του στα πρακτικά ότι η Γ.Σ. συνεδρίασε νομίμως (άρθρ. 138 παρ. 3). Η μεταγενέστερη δήλωσή του (υπό την προϋπόθεση ότι έπεται της διαπίστωσης της έλλειψης σύγκλησης) αποκλείει τον συγκεκριμένο μέτοχο από το δικαίωμα προβολής της υπάρχουσας ακυρότητας. 

B. Ελαττωματική σύγκληση της Γ.Σ. - Ακυρωσία απόφασης 

Ακυρώσιμες είναι οι αποφάσεις της Γ.Σ. που μπορούν να ακυρωθούν με δικαστική απόφαση, όταν συντρέχουν οι ειδικά προβλεπόμενοι στο νόμο λόγοι ακυρωσίας. Ως λόγοι ακυρωσίας προβλέπονται μεταξύ άλλων η μη σύμφωνη με το νόμο ή το καταστατικό σύγκληση της γενικής συνέλευσης, που έλαβε την (ακυρώσιμη) απόφαση. Η μη νόμιμη σύγκληση, στην οποία αναφέρεται η διάταξη του άρθρ. 137 παρ. 1, αποτελεί διαδικαστικό ελάττωμα της απόφασης της Γ.Σ. και η εν λόγω διάταξη εφαρμόζεται, όταν, πάντως υπήρξε σύγκληση, η οποία, όμως, δεν πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου ή του καταστατικού. 

1. Περιπτωσιολογία: 

Έτσι, η σύγκληση της Γ.Σ. δεν είναι νόμιμη, κατά το άρθρο αυτό, στις κάτωθι ενδεικτικές περιπτώσεις: 

- Η πρόσκληση προέρχεται από Δ.Σ. που δεν έχει εκλεγεί ή συγκροτηθεί νομίμως (βλ. ΠΠρΘεσ 4907/2017).

- Η Γ.Σ. συνεκλήθη κατόπιν ελαττωματικής απόφασης του Δ.Σ. με θέμα τη σύγκληση της Γ.Σ., διότι π.χ. το Δ.Σ. συνεδρίασε σε τόπο άλλον από εκείνον που προβλέπεται στο νόμο και το καταστατικό.

- Η Γ.Σ. συνεκλήθη από μέλη του Δ.Σ., ο αριθμός των οποίων δεν επαρκεί για τη λήψη έγκυρης απόφασης Δ.Σ. (ακυρότητα απόφα¬σης Δ.Σ. λόγω έλλειψης απαρτίας και πλειοψηφίας - βλ. ΠΠρΘεσ 3294/2016) ή λαμβάνεται από Δ.Σ. το οποίο λόγω υποστελέχωσης έχει απολέσει τη συγκεκριμένη στιγμή την ικανότητα να λειτουργεί ως εταιρικό όργανο (ακυρότητα λόγω έλλειψης νόμιμης σύνθεσης - βλ. ΑΠ 1392/2014) ή από μεμονωμένα μέλη του Δ.Σ., π.χ. από ένα μόνον μέλος, χωρίς απόφαση του Δ.Σ. 

- Η Γ.Σ. έχει συγκληθεί με πρόσκληση, η οποία δεν περιέχει τα πλήρη στοιχεία που απαιτεί το άρθρο 121 παρ. 3 και 4 (οίκημα με ακριβή διεύθυνση, χρονολογία και ώρα συνεδρίασης, θέματα ημερήσιας διάταξης, μέτοχοι που έχουν δικαίωμα συμμετοχής κ.λπ.) (βλ. ΜΠρΣυρ 49/2023, ΜΠρΘεσ 14866/2022).

- Η απόφαση της Γ.Σ. ελήφθη επί θέματος, το οποίο δεν αναφέρεται στην πρόσκληση ή δεν έχει συνάφεια προς κάποιο από τα θέματα της ημερήσιας διάταξης.

Η διάταξη του άρθρ. 137 τάσσει και κάποιες επιπρόσθετες προϋποθέσεις για να θεωρηθεί η απόφαση ως ακυρώσιμη: 

α) Εφόσον το ελάττωμα υφίσταται στην απόφαση του Δ.Σ. με την οποία συγκλήθηκε η Γ.Σ., πρέπει για το λόγο αυτόν να μην υπήρξε έγκαιρη και επαρκής πληροφόρηση των μετόχων. Διαφορετικά δεν μπορεί να ζητηθεί η ακύρωση της απόφασης. Εφόσον ο νόμος δε κάνει διάκριση, το ελάττωμα της απόφασης του Δ.Σ. περί σύγκλησης της Γ.Σ. μπορεί να ανάγεται όχι μόνο σε πλημμέλεια της συγκεκριμένης απόφασης του Δ.Σ., αλλά και σε γενικό ελάττωμα σχετικά με τη λειτουργία του Δ.Σ., όπως εάν το Δ.Σ. δεν έχει νόμιμη σύνθεση ή δεν έχει εκλεγεί νομίμως.

β) Δεύτερον, δεν μπορούν να ακυρωθούν αποφάσεις της Γ.Σ., τις οποίες η τελευταία επικύρωσε με νεότερη απόφασή της διορθώνοντας ή αποκαθιστώντας την πλημμέλεια που αποτελούσε το λόγο της ακυρωσίας - αναδρομική θεραπεία της απόφασης (άρθρ. 137 παρ. 6 εδ. γ΄). Συνεπώς, η Γ.Σ. δικαιούται με μεταγενέστερη απόφασή της να επικυρώσει την προηγηθείσα ελαττωματική απόφαση, εφόσον αυτή είναι ακυρώσιμη (δυνατότητα που δεν υφίσταται στις άκυρες αποφάσεις).

2. Έννομα αποτελέσματα ακυρωσίας:

Σε αντιδιαστολή με τις άκυρες αποφάσεις, οι ακυρώσιμες αποφάσεις της Γ.Σ. δεν είναι αυτοδικαίως άκυρες αλλά αναπτύσσουν πλήρως τα αποτελέσματά τους, μέχρι να κηρυχτεί με τελεσίδικη διαπλαστική δικαστική απόφαση η ακυρότητά τους. Η ακύρωση της απόφασης Γ.Σ. την καθιστά άκυρη ex tunc, αναδρομικά από τη λήψη της (άρθρ. 184 ΑΚ). Περιορισμό στην αναδρομική ισχύ της ακυρότητας όταν αυτή επιδρά σε δικαιώματα τρίτων, που αποκτήθηκαν με την ακυρωθείσα απόφαση ή με πράξη, που διενεργήθηκε με βάση την ακυρωθείσα απόφαση, εκτός αν ο τρίτος γνώριζε ή αγνοούσε από βαριά αμέλεια το ελάττωμα της απόφασης.

Η ακύρωση μπορεί να ζητηθεί με αγωγή από οποιονδήποτε μέτοχο που εκπροσωπεί τα δύο εκατοστά (2/100) του κεφαλαίου, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από τη λήψη της απόφασης ή, αν η απόφαση υποβάλλεται σε δημοσιότητα, από την καταχώρισή της στο Γ.Ε.ΜΗ., υπό την προϋπόθεση ο αιτών μέτοχος είτε να μη παρέστη στη συνέλευση ή να αντιτάχθηκε στην απόφαση κατά τη διάρκεια της Γ.Σ. Εφόσον μέτοχος δεν συγκεντρώνει το απαραίτητο ποσοστό, δύναται μόνο να αξιώσει από την εταιρεία αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη εξαιτίας του γεγονότος ότι η απόφαση λήφθηκε από Γ.Σ. που δεν συγκλήθηκε νόμιμα (άρθρ. 137 παρ. 4).

Γ. Αντί επιλόγου

Συμπερασματικά, η σύγκληση της Γ.Σ. διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο για την εγκυρότητα της απόφασης που θα λάβει η ίδια μετέπειτα. Ο νομοθέτης σταθμίζοντας τη βαρύτητα του ελαττώματος διακρίνει σε παντελή έλλειψη σύγκλησης και σε υπαρκτή, πλην όμως  ελαττωματική σύγκληση, τάσσοντας διαφορετικές έννομες συνέπειες στη κάθε περίπτωση (αυτοδίκαιη ακυρότητα στην πρώτη περίπτωση - ακυρωσία υπό προϋποθέσεις στη δεύτερη).

Διαβάστε περισσότερα
 
back to top