Πρόσφατα έγινε δεκτό με την από 29.03.2024 διάταξη της Προέδρου Υπηρεσίας αίτημα εντολέως μας περί χορήγησης προσωρινής διαταγής με αντικείμενο την προσωρινή αναστολή της εκτέλεσης επιταγής απόδοσης εκπλειστηριασθέντος ακινήτου της (938 ΚΠολΔ), η οποία της επεδόθη από τους υπερθεματιστές. Μάλιστα, η συγκεκριμένη Πρόεδρος διέλαβε στη διάταξη της με την οποία έκανε δεκτό το αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής της εντολέως μας την εξής συνοπτική, αλλά απολύτως καίρια αιτιολογία :[…]Δέχεται αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής. Αναστέλλει την εκτέλεση της από 28.09.2023 επιταγής απόδοσης ακινήτου, καθώς πιθανολογείται η ευδοκίμηση του δεύτερου λόγου ανακοπής (περί συμπλειοδοσίας) προσωρινά έως τη συζήτηση της υπό κρίση ανακοπής και υπό τον όρο συζήτησης αυτής κατά τη δικάσιμο της 29ης.07.2024[…]».
Στην προκειμένη περίπτωση, δηλαδή, η Πρόεδρος Υπηρεσίας, ενώπιον της οποίας συζητήθηκε το εν λόγω αίτημα προσωρινής διαταγής, πιθανολόγησε τη βασιμότητα του λόγου της ανακοπής που έχει ασκήσει η εντολέας μας προς ακύρωση της επίμαχης απόδοσης ακινήτου, δια του οποίου προβάλλεται η ακυρότητα επίμαχου πλειστηριασμού λόγω μη επιτρεπόμενης συμπλειοδοσίας σε αυτόν εκ μέρους των καθ’ ων υπερθεματιστών. Ειδικότερα, δεδομένου ότι ο προσδιορισμός της διενέργειας του επίμαχου πλειστηριασμού έλαβε χώρα πριν την 1η.01.2022, ότε και τέθηκε σε ισχύ η νέα διάταξη του άρθρου 959 παρ. 4 ΚΠολΔ η οποία επιτρέπει πλέον τη συμπλειδοσία, και συγκεκριμένα την 13η.09.2021, ημερομηνία σύνταξης της οικείας κατασχετήριας έκθεσης, με αποτέλεσμα η πλειδοσία στον επίμαχο πλειστηριασμό να διέπεται από την προϊσχύσασα ρύθμιση του άρθρου 959 παρ. 4 ΚΠολΔ, η ρητά απαγόρευε την πλειοδοσία περισσοτέρων από κοινού.
Όπως είχαμε αναφέρει και στην οικεία ανακοπής μας: "Σύμφωνα με το άρθρο 959 παρ. 4 ΚΠολΔ, κατά την προγενέστερη, της σχετικής τροποποίησης του εν λόγω άρθρου διατύπωση (δυνάμει του άρθρου 64 του Ν.4842/2021), η οποία τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής: «Στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό λαμβάνουν μέρος υποψήφιοι πλειοδότες που έχουν προηγουμένως πιστοποιηθεί στα ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμών. Πλειοδοσία περισσότερων από κοινού δεν είναι δυνατή». Η παράβαση της ανωτέρω διάταξης συνεπάγεται την απόλυτη ακυρότητα της διαδικαστικής πράξης, ήτοι εν προκειμένω του πλειστηριασμού, κατ’ άρθρο 159 αρ. 1 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο: «Η παράβαση διάταξης που ρυθμίζει τη διαδικασία και ιδίως τον τύπο κάποιας διαδικαστικής πραξης συνεπάγεται ακυρότητα, την οποία απαγγέλει το δικαστήριο, 1) αν την τήρηση της διάταξης απαιτεί ρητά ο νόμος με την ποινή της ακυρότητας […]». Η δικονομική ακυρότητα, δηλαδή, προβλέπεται από το νόμο ως κύρωση για περιπτώσεις παράβασης διατάξεων που ρυθμίζουν την διαδικασία και ιδίως τον τύπο κάποιας διαδικαστικής πράξης που επιχειρείται (λ.χ. από τον διάδικο, δικαστικό υπάλληλο, δικαστήριο), όπως συμβαίνει ιδίως στο πεδίο της αναγκαστικής εκτέλεσης –όπως και εν προκειμένω".