Legal Insight
Νοέμβριος 2019
Δημήτρης Βεζυρίδης, LL.M.
Περίληψη: Αρκετά συχνά εμφανίζονται περιπτώσεις προσωπικών εταιρειών, οι οποίες ενώ ξεκινούν την λειτουργία τους με τις καλύτερες των προϋποθέσεων, εντούτοις, έρχεται η στιγμή που η "συμβίωση" μεταξύ των εταίρων καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής και μη περαιτέρω ανεκτή, είτε λόγω έντονων μεταξύ τους διαφωνιών ως προς την λειτουργία και την στρατηγική πορεία της εταιρείας, είτε διότι κάποιος εξ αυτών επιλέγει για προσωπικούς του λόγους να σταματήσει να συνεργάζεται με τους υπόλοιπους στο ίδιο εταιρικό πνεύμα με το οποίο ξεκίνησαν. Για τις περιπτώσεις αυτές, ο νόμος, έχει θεσμοθετήσει το ένδικο βοήθημα του "αποκλεισμού εταίρου", οι προϋποθέσεις του οποίου θα εξεταστούν στο παρόν άρθρο μας.
1. Εισαγωγή
Σε προηγούμενο άρθρο μας, είχαμε ασχοληθεί με το ζήτημα του κατά πόσο είναι νομικά εφικτό να ζητηθεί από το Δικαστήριο ο αποκλεισμός ενός εκ των δύο εταίρων, όταν πρόκειται για την συχνή στην πράξη περίπτωση να απαρτίζεται η ομόρρυθμη εταιρία από δύο μόνο μέλη. Εκεί είχαμε εύστοχα αντιμετωπίσει αυτόν τον προβληματισμό δίνοντας θετική απάντηση, ενώ παράλληλα εκθέσαμε την αμφιθυμία που τότε χαρακτήριζε την νομολογία των Δικαστηρίων μας σχετικά με το εν λόγω ζήτημα. Πρόσφατα, ο Άρειος Πάγος με δύο κατά σειρά αποφάσεις του, επίλυσε την διαφωνία μεταξύ θεωρίας και νομολογίας, κρίνοντας ότι επιτρέπεται να ζητηθεί ο αποκλεισμός του ενός εταίρου από τον συνέταιρο του, υπό την αίρεση ότι ο τελευταίος θα ανεύρει εντός 4 μηνών τον αντικαταστάτη του, άλλως η εταιρία θα οδηγηθεί σε λύση. Το κρίσιμο, όμως, ζήτημα παραμένει υπό ποιες προϋποθέσεις δύναται να επιτευχθεί ο αποκλεισμός ενός εταίρου και ποιες περιστάσεις θα πρέπει να συντρέξουν, ώστε να γίνει αυτός δεκτός από το επιληφθέν Δικαστήριο. Με το εν λόγω ζήτημα θα προσπαθήσουμε να καταπιαστούμε στο παρόν άρθρο μας.
2. Οι προϋποθέσεις
Ως γνωστόν, οι εμπορικές προσωπικές εταιρίες αποτελούν ενώσεις κυριαρχούμενες από την προσωπικότητα των εταίρων. Τούτο συνάγεται εκ του γεγονότος ότι η επιδίωξη του εταιρικού σκοπού στηρίζεται κυρίως στην προσωπική συμβολή εκάστου εταίρου και στην συνεργασία μεταξύ τους. Στις εταιρίες αυτές, η ευδοκίμηση του εταιρικού σκοπού, χάριν του οποίου οι ομόρρυθμοι εταίροι διαθέτουν τις προσωπικές τους υπηρεσίες και διακινδυνεύουν την περιουσία τους, είναι μόνο τότε δυνατή, όταν μεταξύ τους υφίσταται αρμονική συνεργασία, προϋπόθεση της οποίας αποτελεί η ύπαρξη απολύτου εμπιστοσύνης μεταξύ τους. Η εμπιστοσύνη αυτή είναι το οικοδόμημα πάνω στο οποίο θεμελιώνεται κάθε εμπορική εταιρία.
Κατά τούτο, στοιχειώδης πρόνοια επιβάλλει την εν όψει ιδρύσεως της εταιρείας, λίαν προσεκτική επιλογή των μελλοντικών συνεργατών - εταίρων, κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται η συμμετοχή στην εταιρεία προσώπων αξιόπιστων και ικανών που θα συμβάλλουν στην επίτευξη της σχεδιαζόμενης δραστηριότητας.
Δυστυχώς, όμως, η πείρα μας διδάσκει, ότι αυτό το τόσο σημαντικό στοιχείο για την ευόδωση των εργασιών μιας εταιρείας, ενίοτε παραμελείται, ενώ συνήθως τα αρχικώς απαιτούμενα αυστηρά κριτήρια για την επιλογή, αμβλύνονται, εν όψει οικονομικών αναγκών, οι οποίες επιβάλλουν την προτίμηση ανθρώπων δυνάμενων να εξασφαλίσουν τις οικονομικές προϋποθέσεις για την έναρξη ή συνέχιση της επιχειρήσεως, ενώ πιθανώς να είναι οι πλέον ακατάλληλοι ή ανίκανοι να αντεπεξέλθουν επιτυχώς στα εταιρικά καθήκοντα.
Σύμφωνα με τον νόμο, απαραίτητες προϋποθέσεις για τον αποκλεισμό ενός εταίρου είναι δύο: α) η ύπαρξη νομίμως υφιστάμενης εταιρίας και β) η ύπαρξη «σπουδαίου λόγου» που ανάγεται στο πρόσωπο του υπό αποκλεισμό εταίρου.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι αρκούντως κατανοητή. Η δεύτερη, όμως, προϋπόθεση, χρήζει περαιτέρω επεξήγησης. Όταν ο νόμος χρησιμοποιεί την αόριστη νομική έννοια του «σπουδαίου λόγου», δηλ. όταν δεν επεξηγεί/ορίζει τι αποτελεί κατ’ αυτόν «σπουδαίος λόγος», ο οποίος δύναται να οδηγήσει έναν εταίρο εκτός εταιρικού σχήματος, σκοπεί να παραχωρήσει την εξουσία στον Δικαστή να προσδιορίσει αυτός το περιεχόμενο της εν λόγω έννοιας. Επαφίεται, δηλαδή, σε αυτόν να εκτιμήσει όλες τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν στην συγκεκριμένη περίπτωση και οι οποίες δεν μπορεί να είναι γνωστές εκ των προτέρων στο νομοθέτη. Έτσι, σε πρώτο τουλάχιστον επίπεδο, «σπουδαίος λόγος» αποκλεισμού, αποτελεί κάθε γεγονός το οποίο, είτε άμεσα, είτε έμμεσα, αφορά στο πρόσωπο ενός εταίρου και συνίσταται σε πράξη ή παράλειψή του, υπαίτια ή μη, η οποία σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης, τα χρηστά ήθη και την συνολική εκτίμηση όλων των ειδικότερων περιστάσεων, καθιστά πλέον μη ανεκτή ή δυσβάστακτη για τους λοιπούς εταίρους την συνέχιση της εταιρείας με τον εταίρο αυτό.
Μάλιστα, η συνέχιση της εταιρικής σχέσης χαρακτηρίζεται δυσβάστακτη, όταν προκαλεί ιδιαίτερες δυσχέρειες ή αδυναμία στη συνεργασία των εταίρων, με συνέπεια η περαιτέρω παραμονή του συγκεκριμένου εταίρου στους κόλπους της εταιρίας, να θέτει σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία ή ακόμη και την ίδια την υπόστασή της.
Περιστατικά τα οποία – μέχρι σήμερα - έχουν κριθεί από την νομολογία μας ότι συνιστούν τέτοιο «σπουδαίο λόγο» που δικαιολογούν τον αποκλεισμό του εταίρου που τα προκάλεσε, είναι τα εξής: η άσκηση ανταγωνιστικής δραστηριότητας, η συνεχής και μεθοδευμένη απουσία ή αποχή από τυχόν συναντήσεις με σκοπό την αδυναμία λήψης απόφασης, η άνευ λόγου πρόκληση διαφωνιών σχετικά με την διαχείριση και την στρατηγική της εταιρείας, η διακοπή ή διατάραξη τυχόν προσωπικών σχέσεων, ο κλονισμός της εμπιστοσύνης λόγω αδιαφορίας ή κακής διαχείρισης των εταιρικών υποθέσεων,η συστηματική προάσπιση του ατομικού συμφέροντος έναντι του εταιρικού, η δυστροπία στην συνεργασία κατά την καθημερινή λειτουργία της εταιρείας, φραστικά επεισόδια και λογομαχίες ιδίως μπροστά σε πελάτες και εργαζόμενους, παύση οποιασδήποτε επικοινωνίας και συνεννόησης λόγω κακών σχέσεων, οι συνεχής αντεγκλήσεις μέσω ανταλλαγής εξώδικων δηλώσεων, η υποβολή εκατέρωθεν μηνύσεων,η αδικαιολόγητη άρνηση έγκρισης αναγκαίων δαπανών, η επιδεικνυόμενη δυστροπία σε κάθε απόφαση που έχει ως στόχο την βελτίωση των οικονομικών στοιχείων της εταιρείας,η εκ μέρους ενός εκ των εταίρων διάδοση παραποιημένων στοιχείων και γεγονότων που δημιουργεί παρεξηγήσεις μεταξύ των λοιπών εταίρων, η αφαίρεση αποθεμάτων από την επιχείρηση επί σκοπώ προσωπικής κατανάλωσης και η άρνηση παροχής εργασίας στα πλαίσια επίτευξης του εταιρικού σκοπού.
Τα ανωτέρω, σύμφωνα με την νομολογία, θα πρέπει πάντα να βρίσκονται σε συνάρτηση με αποχρώντες οικονομικούς λόγους, οι οποίοι έχουν ως επακόλουθο, είτε την παράλυση της λειτουργίας, είτε την αδυναμία εκπλήρωσης του σκοπού της εταιρείας και βεβαίως να είναι περιστατικά που τα χαρακτηρίζει το στοιχείο της μονιμότητας, ώστε να μπορεί έτσι να συναχθεί το «μη περαιτέρω ανεκτό» της συνέχισης της εταιρείας με τον εταίρο που προκαλεί τα εν λόγω προβλήματα.
Πιο συγκεκριμένα, η υπ’ αριθ. 3019/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, έκρινε, ότι υφίσταται σπουδαίος λόγος αποκλεισμού ενός εκ των ομόρρυθμων εταίρων της οικεία υπόθεσης, διότι αυτός εργαζόταν παράλληλα σε άλλη εταιρία, γεγονός το οποίο απέκρυψε από τους λοιπούς εταίρους, ενώ απασχολούνταν ελάχιστες ώρες για την επίτευξη του εταιρικού σκοπού. Όταν δε στη συνέχεια κατ’ απαίτηση του χορηγήθηκε εταιρικό αυτοκίνητο, αυτός το χρησιμοποιούσε ως προσωπικό του όχημα, πέραν των ωρών εργασίας και παρά την αντίθετη συμφωνία ως προς τη χρήση του. Άρχισαν να υπάρχουν συνεχείς έριδες ως προς τον τρόπο που πρέπει να συμβάλλει ο κάθε εταίρος στην επίτευξη του εταιρικού σκοπού, διαφωνίες ως προς τον στρατηγικό σχεδιασμό της εταιρίας και ειδικά στο θέμα της παρασκευής και εισαγωγής σκευασμάτων συμπληρωμάτων διατροφής που ήταν και το αντικείμενο της εν λόγω εταιρείας. Στην συνέχεια, ο υπό αποκλεισμό εταίρος άρχισε να αμφισβητεί το διευθυντικό δικαίωμα του διαχειριστή εταίρου, ενώ εμφανιζόταν στους πελάτες ως ο ιδρυτής και υπεύθυνος της εταιρίας. Οι διαρκείς αυτές διαφωνίες επέφεραν μεγάλη διαταραχή στις σχέσεις των συνεταίρων, η οποία είχε αντίκτυπο στη γενικότερη οργάνωση της εταιρίας και σοβαρές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της, επιπτώσεις μάλιστα που απέκτησαν το χαρακτήρα της μονιμότητας, συνεπεία έλλειψης πλέον αμοιβαίας εμπιστοσύνης στις μεταξύ των διαδίκων σχέσεις και την ως εκ τούτου αδυναμία να εξακολουθούν να συνεργάζονται για την επίτευξη του εταιρικού σκοπού.
Αντιστοίχως, η υπ’ αριθ. 28/2017 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης έκρινε ότι πράγματι συντρέχει σπουδαίος λόγος αποκλεισμού ενός εκ των εταίρων, διότι ενώ άρχισαν να διαφαίνονται οικονομικά προβλήματα στην εταιρεία, ο ίδιος προκαλούσε έντονες διαφωνίες ως προς τον τρόπο αντιμετωπίσεως τους, ενώ την ίδια στιγμή αρνιόταν να παράσχει προσωπική εργασία και προσερχόταν στο κατάστημα της εταιρίας μετά τις 12:00 ώρα, ενώ οι υπόλοιποι εταίροι εργάζονταν από τις 07:30 ώρα. Όταν πια η εταιρεία αδυνατούσε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, οι λοιποί εταίροι πρότειναν να τις καλύψουν με ιδία κεφάλαια. Τότε, ο υπό αποκλεισμό εταίρος για να συμφωνήσει ζήτησε από τους λοιπούς εταίρους να του καταβάλουν το ποσό των 6.000,00 ευρώ, προκειμένου να καλύψει τις ατομικές του υποχρεώσεις προς τη ΔΟΥ από φόρο εισοδήματος. Μετά τα περιστατικά αυτά η ένταση στις σχέσεις των διαδίκων επιτάθηκε, τη θέση της αμοιβαίας υποχρεώσεως που είχαν οι εταίροι να συμβάλουν στην επιδίωξη του εταιρικού σκοπού έλαβαν οι εξώδικες μεταξύ τους δηλώσεις, τα εκατέρωθεν παράπονα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής τους και η ανταλλαγή δικογράφων. Έτσι, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση περιστατικά, τα οποία σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, καθιστούσαν επαχθή τη συνέχιση και πολύ περισσότερο την εύρυθμη λειτουργία της εταιρίας για τους λοιπούς εταίρους και διέταξε τον αποκλεισμό του εταίρου ο οποίος επέδειξε την ανωτέρω περιγραφόμενη συμπεριφορά.
3. Οι περιστάσεις
Η εκτίμηση για την ύπαρξη του σπουδαίου λόγου, ενόψει της ως άνω πολυμορφίας των περιπτώσεων για τις οποίες μπορεί να εφαρμοστεί ο αποκλεισμός ενός εταίρου, απαιτεί ως προϋπόθεση να ληφθούν υπόψη όλες οι ειδικότερες συνθήκες και περιστάσεις που συνηγορούν υπέρ ή κατά του αποκλεισμού, με σκοπό να διαπιστωθεί κατά ποσό ένα περιστατικό ή μια μορφή συμπεριφοράς είναι ικανά στην υπό κρίση περίπτωση να θεμελιώσουν σπουδαίο λόγο και επίσης αν ο αποκλεισμός παρίσταται στην κρινόμενη ατομικά περίπτωση ως δίκαιος.
Έτσι, εκτός των ανωτέρω παρατιθέμενων συμπεριφορών, στην κρίση του Δικαστηρίου θα βαρύνουν τυχόν σημαντικές υπηρεσίες τις οποίες ο υπό αποκλεισμό εταίρος προσέφερε κατά την διάρκεια της συμμετοχής του στην εταιρεία. Επίσης, θα ληφθεί υπόψη το είδος και η βαρύτητα της συμπεριφοράς, ο κίνδυνος επανάληψής της, οι συνέπειες της για την εταιρεία και τους λοιπούς εταίρους και το συμφέρον της εταιρίας να αποκαταστήσει την εύρυθμη λειτουργία της σε συνάρτηση με το συμφέρον του υπό αποκλεισμού εταίρου να διατηρήσει την εταιρική του ιδιότητα.
Περαιτέρω, θα συνεκτιμηθεί κατά πόσο υφίσταται συνυπαιτιότητα των υπόλοιπων εταίρων στην δημιουργία του υπό εξέταση σπουδαίου λόγου, τυχόν παραβάσεις δυνάμενες να δικαιολογήσουν τον αποκλεισμό εκείνου ή εκείνων που ζητούν τον αποκλεισμό του συνεταίρου τους ή τυχόν έτερα παραπτώματα, τα οποία είναι σε θέση να αφαιρέσουν τον χαρακτήρα του σπουδαίου λόγου από την παράβαση του συνεταίρου τους.
Επομένως, εκτός της γενικότερης συμπεριφοράς του υπό αποκλεισμού εταίρου, θα γίνει και εκτίμηση της προγενέστερης συμπεριφοράς των άλλων εταίρων, η οποία δεν είναι άνευ σημασίας, αφού μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μια αρνητική πρόγνωση ως προς την εξέλιξη της εταιρικής σχέσης. Έτσι, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι πράξεις και παραλείψεις των λοιπών εταίρων, τόσο απέναντι στην εταιρεία, όσο και στον υπό αποκλεισμό εταίρο, ώστε να διαπιστωθεί αν και κατά πόσο οι άλλοι εταίροι με την συμπεριφορά τους εξώθησαν τον συγκεκριμένο εταίρο στην τέλεση της πράξης που αποτελεί σπουδαίο λόγο για τον αποκλεισμό του.
Ακόμα, ως προς την ύπαρξη σπουδαίου λόγου αποκλεισμού, γνώμονα θα αποτελέσει και η γενικότερη στάση και ανοχή της συγκεκριμένης εταιρείας κατά την αντιμετώπιση παρόμοιων περιπτώσεων. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη αν δικαιολογημένα, από την γενικότερη ανοχή της εταιρείας στο παρελθόν, δημιουργήθηκε στον αποκλειόμενο εταίρο η βεβαιότητα ότι η τέλεση ή η παράλειψη κάποιας πράξης δεν θίγει τα συμφέροντα της εταιρείας και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αποτελεί σπουδαίο λόγο αποκλεισμού του. Έτσι, αν στο παρελθόν η εταιρεία και οι λοιποί εταίροι αντιμετώπισαν παρόμοιες καταστάσεις με την επιλογή ηπιότερων μέτρων, όπως π.χ έγγραφες ή προφορικές προειδοποιήσεις και συστάσεις, σύμφωνα με την αρχή της ισότητας των εταίρων και της ανάλογης μεταχείρισης όμοιων περιπτώσεων, θα πρέπει στην υπό κρίση περίπτωση να εφαρμοστεί ένα αντίστοιχο μέτρο και όχι αποκλεισμός.
Ενόψει των ανωτέρω εκτιθέμενων, η εκτίμηση κάθε ειδικότερου παράγοντα που συνδέεται με την κρινόμενη ατομικά περίπτωση συντελεί καθοριστικά στον σχηματισμό μιας ασφαλούς και δίκαιης κρίσης, ως προς το αν τα επικαλούμενα περιστατικά μπορούν να αποτελέσουν πράγματι έναν σπουδαίο λόγου αποκλεισμού ενός εκ των εταίρων.
4. Επίλογος
Δεδομένης της πολυπλοκότητας που χαρακτηρίζει σήμερα την εταιρική ζωή και πραγματικότητα, είναι σίγουρο πώς κάθε εταιρικό σχήμα, αντιμετωπίζει λιγότερες ή περισσότερες δυσκολίες κατά την μεταξύ του συνεργασία. Σε περίπτωση που οι δυσκολίες αυτές που ανακύπτουν στους κόλπους της εταιρείας σχετικά με επιχειρηματικές αποφάσεις ή την στρατηγική που θα πρέπει να ακολουθήσει η εταιρία στο μέλλον, δεν δύνανται να επιλυθούν από τους ίδιους τους εταίρους, είτε γιατί συνήθως ένας εξ αυτών διαφωνεί αναιτιολόγητα, είτε γιατί θεωρεί ότι πρέπει να ακολουθηθεί η δική του άποψη – αδιαφορώντας για την άποψη των λοιπών –, θα πρέπει οι υπόλοιποι εταίροι να απευθυνθούν άμεσα στον νομικό τους παραστάτη, ώστε να τους συμβουλεύσει εκείνος πως θα πρέπει να κινηθούν και τι θα πρέπει να κάνουν για να αποβάλλουν από το σχήμα τον εταίρο εκείνο που διαταράσσει την ομαλή συνεργασία μεταξύ των υπολοίπων.
(για το δικαίωμα εξόδου σε ομόρρυθμη εταιρεία δες εδώ)