1. Λυκαβηττού 2, Κολωνάκι
2. Ακαδημίας 28, Κολωνάκι
210 36 41 214 - 210 36 46 874
   EN

main image

Αποδοχή Κληρονομιάς με το Ευεργέτημα της Απογραφής


αποδοχή με ευεργέτημα απογραφής

Legal Insight

Ιούλιος 2024

Ελεάννα Καρανικόλα, Δικηγόρος

Περίληψη: Σε προηγούμενο άρθρο μας (βλ. εδώ) αναλύσαμε διεξοδικά το ζήτημα της αποποίησης της κληρονομίας από ανήλικο κληρονόμο. Στο παρόν σημείωμα, θα επιχειρήσουμε μια συνολική θεώρηση του θεσμού της αποδοχής της κληρονομίας με το ευεργέτημα της απογραφής, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στα ειδικότερα ζητήματα της διαδικασίας της απογραφής αλλά και στην ειδική περίπτωση του ανήλικου κληρονόμου.

1. Γενικά

Καταρχήν, βάση και σταθερή αρχή του κληρονομικού δικαίου αποτελεί ο κανόνας της καθολικής διαδοχής του κληρονομούμενου από τον ή τους κληρονόμους του. Ειδικότερα, με την επαγωγή της κληρονομίας, ο εκάστοτε κληρονόμος θα υπεισέλθει αυτοδικαίως σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του κληρονομούμενου, ήτοι στο σύνολο των εννόμων σχέσεών του, εφόσον είναι κληρονομητέες, ενώ παράλληλα, ο κληρονόμος θα αποκτήσει την περιουσία του κληρονομούμενου ως σύνολο (άρ. 1710 παρ.1 ΑΚ). Σημειωτέον ότι, η κληρονομική περιουσία, η οποία αποτελείται τόσο από το ενεργητικό της (ακίνητη και κινητή περιουσία κ.ο.κ.) όσο και το παθητικό της (χρέη προς τρίτους κ.ο.κ.), θα ενσωματωθεί απόλυτα και χωρίς καμία διάκριση στην ατομική περιουσία του κληρονόμου, με συνέπεια ο κληρονόμος να ευθύνεται για τις υποχρεώσεις της κληρονομίας και με την ατομική του περιουσία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 1901 ΑΚ.  

Ως αποτέλεσμα, η εν λόγω προσωπική και απεριόριστη ευθύνη του κληρονόμου για το παθητικό μίας κληρονομίας, ενδέχεται να είναι καταστροφική για τον τελευταίο, εφόσον τελικώς η κληρονομία αποδειχτεί υπερχρεωμένη. Σε αυτή την περίπτωση, λοιπόν, ο κληρονόμος έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει τη δυνατότητα που του παρέχει ο νομοθέτης ως αντίβαρο της απεριόριστης ευθύνης και να αποδεχτεί την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 1902 ΑΚ: «Όσο ο κληρονόμος έχει τη δυνατότητα να αποποιηθεί την κληρονομία, μπορεί να δηλώσει ότι την αποδέχεται με το ευεργέτημα της απογραφής. Η δήλωση γίνεται στον γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας.[…]». Με λίγα λόγια, ο κληρονόμος, προκειμένου να προασπίσει τα συμφέροντά του, έχει το δικαίωμα εκ του νόμου να δηλώσει ότι αποδέχεται την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής, το οποίο συνεπάγεται, αφενός, τον πλήρη διαχωρισμό της κληρονομικής περιουσίας από την ατομική περιουσία του και, αφετέρου, τον περιορισμό της ευθύνης του για το παθητικό της κληρονομικής περιουσίας έως το ενεργητικό της τελευταίας, επιφέροντας κατ’ αυτόν τον τρόπο «ρωγμή» στο σύστημα της καθολικής κληρονομικής διαδοχής. Ως εκ τούτου, δεν θα επέλθει καμία σύγχυση ανάμεσα στις δύο περιουσίες καθώς τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις της κληρονομίας θα αποτελούν πλέον χωριστή ομάδα υπό τη διοίκηση του κληρονόμου. Συνακόλουθα, οι κληρονομικοί δανειστές δεν θα έχουν δικαίωμα να επιδιώξουν να ικανοποιήσουν την απαίτησή τους από την ατομική περιουσία του κληρονόμου και αντίστροφα, οι ατομικοί δανειστές του κληρονόμου δεν μπορούν να ικανοποιηθούν από την κληρονομική περιουσία (ά 1904 και 1905 ΑΚ).

Σημειώνεται, μάλιστα, ότι σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι κληρονόμοι, η δήλωση αποδοχής επ’ ωφελεία απογραφής, δεν ωφελεί του λοιπούς κληρονόμους σε περίπτωση που δεν προέβησαν σε αντίστοιχη δήλωση και εξακολουθούν να ευθύνονται και με την ατομική τους περιουσία έως το ύψος της κληρονομικής τους μερίδας. Βέβαια, γίνεται δεκτό ότι, στην περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός κληρονόμοι με το ευεργέτημα της απογραφής, καθένας εξ αυτών μπορεί να συνεχίσει ή να επικαλεστεί την απογραφή που διενεργήθηκε από συγκληρονόμο του.

2. Προϋποθέσεις και διαδικασία απογραφής 

Σύμφωνα με το άρθρο 1902 του ΑΚ, η αποδοχή της κληρονομίας με το ευεργέτημα της απογραφής γίνεται με δήλωση του κληρονόμου στον γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας (βλ. και άρ. 812 ΚΠολΔ), το οποίο είναι το Ειρηνοδικείο της τελευταίας κατοικίας ή αν δεν υπάρχει κατοικία, της τελευταίας διαμονής του κληρονομούμενου κατά τον χρόνο του θανάτου του (άρ. 810 ΚΠολΔ) και συντάσσεται σχετική έκθεση περί αυτού από τον γραμματέα. Ωστόσο, θα πρέπει να τονισθεί ότι, προκειμένου να είναι έγκυρη η αποδοχή με το ευεργέτημα της απογραφής θα πρέπει ο κληρονόμος να μην έχει προβεί ήδη σε ρητή ή σιωπηρή αποδοχή της κληρονομίας. Πρακτικά, ο κληρονόμος έχει το δικαίωμα να αποδεχτεί την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής μόνο εντός της τετράμηνης προθεσμίας που του παρέχει ο νομοθέτης για να αποποιηθεί την κληρονομία (άρ. 1847 ΑΚ) και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει ήδη αποποιηθεί ή αποδεχτεί την κληρονομία, ενώ κατά τα λοιπά, το κύρος της κρίνεται με βάση τις γενικές προϋποθέσεις κάθε αποδοχής.

Βέβαια, το ευεργέτημα της απογραφής το οποίο απέκτησε ο κληρονόμος με μόνη τη δήλωσή του τελεί υπό τη διαλυτική αίρεση της εμπρόθεσμης απογραφής καθώς βάσει του άρ. 1903 ΑΚ: «Ο κληρονόμος με απογραφή οφείλει να τελειώσει την απογραφή της κληρονομικής περιουσίας μέσα σε τέσσερις μήνες αφότου γίνει η δήλωση του προηγούμενου άρθρου». Η εν λόγω τετράμηνη προθεσμία που αναφέρεται στην ανωτέρω διάταξη, η οποία αποτελεί αναγκαστικό δίκαιο, είναι αποσβεστική, γίνεται όμως δεκτό ότι επ’ αυτής μπορούν να έχουν αναλογική εφαρμογή οι διατάξεις για την αναστολή της παραγραφής, όπως θα εξηγήσουμε κατωτέρω. Ως απογραφή ορίζεται η ακριβής και πιστή καταγραφή των στοιχείων της κληρονομικής περιουσίας, ενεργητικού και παθητικού, η οποία αποβλέπει στην επακριβή βεβαίωση της υπάρξεως ή της καταστάσεως των απογραφόμενων πραγμάτων με τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι δυνατή η αμφισβήτηση της υπάρξεως ή η απόκρυψής τους, καθώς απώτερος σκοπός της διαδικασίας είναι η γνωστοποίηση στους δανειστές της κληρονομίας του συνόλου των κληρονομητέων αντικείμενων  –κινητά, ακίνητα και άυλα- τα οποία είναι υπέγγυα για τις απαιτήσεις τους. 

Αναλυτικότερα, η απογραφή διατάσσεται από τον Ειρηνοδίκη της περιφέρειας που βρίσκεται η προς απογραφή κληρονομική περιουσία, μετά από αίτηση οποιουδήποτε των κληρονόμων οι οποίοι αποδέχτηκαν την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής. Η συγκεκριμένη απογραφή χαρακτηρίζεται ως δικαστική απογραφή και φέρει τον χαρακτήρα ρυθμιστικού μέτρου, το οποίο λαμβάνεται, κατά τις διατάξεις της εκουσίας δικαιοδοσίας και κατά το άρθρο 838 ΚΠολΔ, χωρίς να απαιτείται η συνδρομή του όρου της αποτροπής κινδύνου. Ο Ειρηνοδίκης που θα επιληφθεί της υπόθεσης θα διατάξει τη διενέργεια της απογραφής των πραγμάτων της κληρονομίας, η οποία θα διενεργηθεί από τον διορισμένο προς τούτου Συμβολαιογράφο ή από τον νόμιμο αναπληρωτή του σε περίπτωση κωλύματός του. Συνακόλουθα, κατά τη διάταξη του άρ. 840 ΚΠολΔ ο Συμβολαιογράφος θα συντάξει σχετική έκθεση απογραφής, με τη σύμπραξη των δύο διορισμένων από το δικαστήριο πραγματογνωμόνων, στην οποία θα περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων η ακριβή περιγραφή των αντικειμένων και η ακριβή εκτίμηση της αξίας τους κατά τον χρόνο που συντάσσεται η απογραφή. Επισημαίνεται ότι, για τους σκοπούς της απογραφής δεν απαιτείται η σφράγιση της κληρονομίας, ωστόσο σε ορισμένες περιπτώσεις ενδείκνυται για εξασφάλιση της κληρονομίας.

Αξίζει να τονισθεί ότι, σε περίπτωση που πρόκειται να απογραφούν πράγματα ευρισκόμενα σε περισσότερες περιφέρειες, την απογραφή δύναται να διατάξει ο Ειρηνοδίκης της περιφέρειας στην οποία ευρίσκεται τουλάχιστον ένα από τα πράγματα της κληρονομίας. Σε τέτοια περίπτωση, ο διορισμένος Συμβολαιογράφος, στην περιφέρεια της αρμοδιότητας του οποίου ευρίσκονται τα πράγματα, μπορεί να ζητήσει την μεταφορά όλων των κινητών στην έδρα του και την εκτίμηση των ακινήτων από τους πραγματογνώμονες, έτσι ώστε να λάβει χώρα η απογραφή όλων των κληρονομικών στοιχείων, ένεκα της ενότητας της απογραφικής διαδικασίας και προς οικονομία χρόνου και δαπάνης του ήδη βεβαρημένου κληρονόμου (ίδετε και την υπ’ αρ. 670/2008 απόφαση του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου). 

3. Περιπτώσεις αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής εκ του νόμου - Η ειδική περίπτωση του ανήλικου κληρονόμου

Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο νομοθέτης όρισε ότι η αποδοχή της κληρονομίας λαμβάνει χώρα υποχρεωτικά με το ευεργέτημα της απογραφής, και, δη, χωρίς την τήρηση ιδιαίτερων διατυπώσεων (1902 παρ. 2 ΑΚ). Ειδικότερα, στην εν λόγω κατηγορία ανήκουν οι εξής αναφερόμενες περιοριστικά περιπτώσεις:

α) Όταν η κληρονομιά επάγεται σε ανήλικο τέκνο και τελεί υπό γονική μέριμνα ή υπό επιτροπεία (άρ. 1527 παρ. 1 και άρ. 1625 παρ. 2 ΑΚ αντίστοιχα),

β) Όταν η κληρονομιά επάγεται στα πρόσωπα που βρίσκονται σε καθεστώς  στερητικής ή επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης (ά. 1678 παρ. 4 ΑΚ), 

γ) Όταν η κληρονομιά επάγεται στο Δημόσιο (άρ. 118 ΕισΝΑΚ), στα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, στην Εκκλησία της Ελλάδος, στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, στις Μητροπόλεις, στα Εκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (άρ. 46 παρ. 4 του ν. 490/1977), στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Θεσσαλονίκης (άρ. 238 και 227 παρ. 2 του ν. 5343/1932) και μία σειρά ιδρυμάτων, και μάλιστα, χωρίς την υποχρέωση δήλωσης ή σύνταξης απογραφής. 

Αναφορικά με τις δύο πρώτες περιπτώσεις, η ρύθμιση αυτή αποσκοπεί στην προστασία των προσώπων από τον πιθανό κίνδυνο να επιβαρυνθούν με αλλότρια χρέη, ευθυνόμενοι και με την ατομική τους περιουσία, εξαιτίας της αμέλειας των νομίμων εκπροσώπων τους και συγκεκριμένα των γονέων ή του επιτρόπου ή του δικαστικού τους συμπαραστάτη. Όσον αφορά ιδίως την περίπτωση του ανήλικου κληρονόμου, σύμφωνα με το άρθρο 1527 ΑΚ: «Η κληρονομία που επάγεται στο ανήλικο τέκνο θεωρείται ότι γίνεται αποδεκτή πάντοτε με το ευεργέτημα της απογραφής, και το τέκνο, με την επιφύλαξη των διατάξεων το άρθρου 1912, δεν εκπίπτει από το ευεργέτημα αυτό. […]», ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 1912 ΑΚ: «Σε περίπτωση προσώπων ανίκανων ή με περιορισμένη ικανότητα για δικαιοπραξία, για τα οποία η αποδοχή της κληρονομίας γίνεται κατά το νόμο με το ευεργέτημα της απογραφής, έκπτωση από το ευεργέτημα, επειδή δεν συντάχθηκε απογραφή επέρχεται αν μέσα σε ένα χρόνο, αφότου τα πρόσωπα έγιναν απεριορίστως ικανά, δεν έκαναν απογραφή.». Ως εκ τούτου, ο ανήλικος κληρονόμος ο οποίος είχε προβεί σε αποδοχή της κληρονομίας κατά την περίοδο της ανηλικότητάς του, είτε ρητώς είτε σιωπηρώς, υποχρεούται το αργότερο εντός ενός έτους από την ενηλικίωσή του να προβεί στην σύνταξη απογραφής, προκειμένου να μην εκπέσει από το ευεργέτημα. 

Η ανωτέρω υποχρέωση ουδόλως αλλάζει μετά την εισαγωγή της ερμηνευτικής διάταξης του άρθρου 1912 του ΑΚ (άρ. 35 ν. 4786/2021), σύμφωνα με την οποία ο κληρονόμος που ενηλικιώνεται δικαιούται εντός της ετήσιας προθεσμίας του άρθρου 1912 ΑΚ να αποποιηθεί την κληρονομία (για αναλυτικότερη επεξεργασία του ζητήματος βλ. εδώ). Αυτό γιατί η διάταξη του 1912 ΑΚ, η οποία επιμηκύνει την προθεσμία σύνταξης της απογραφής, εφαρμόζεται στις περιπτώσεις στις οποίες ο ανήλικος κληρονόμος έχει καταστεί ήδη οριστικός κληρονόμος, δηλαδή, στις περιπτώσεις στις οποίες οι νόμιμοι αντιπρόσωποι του έχουν προβεί σε αποδοχή της κληρονομίας, ρητώς ή σιωπηρώς, κατά τη διάρκεια της ανηλικότητάς του. 

Αξίζει βέβαια να τονισθεί ότι, μετά την προσθήκη του άρ. 35 του ν. 4786/2021 στο άρ. 1912 ΑΚ, πλέον, η πλασματική αποδοχή της κληρονομίας, η οποία επέρχεται με την παρέλευση της προθεσμίας προς αποποίηση, συνάγεται από την πάροδο ενός χρόνου από την ενηλικίωση του ανήλικου κληρονόμου. Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι η οριστική κτήση της κληρονομίας θα επέλθει όταν ο ανήλικος κληρονόμος θα έχει πλέον ήδη ενηλικιωθεί, η πλασματική αποδοχή της κληρονομίας θα γίνει χωρίς το ευεργέτημα της απογραφής.             

4. Λόγοι  έκπτωσης από το ευεργέτημα - Προθεσμία ολοκλήρωσης της απογραφής της κληρονομιάς 

Για την έκπτωση του κληρονόμου από το ευεργέτημα της απογραφής, ο νομοθέτης έχει ορίσει περιοριστικά τις περιπτώσεις στις οποίες επέρχεται η εν λόγω έννομη συνέπεια. Ειδικότερα, κατά το άρ. 1911 ΑΚ, o κληρονόμος χάνει το ευεργέτημα της απογραφής για τους εξής λόγους, 1) αν δεν συνέταξε εμπρόθεσμα απογραφή, 2) αν δολίως έκανε ανακριβή απογραφή, 3) σε περίπτωση δόλου σχετικά με τη διαχείριση της κληρονομικής ομάδας και 4) αν εκποίησε ακίνητα ή δημόσια χρεόγραφα ή μετοχές ή ομολογίες ανώνυμων εταιρειών χωρίς άδεια του δικαστηρίου. 

Αναφορικά με την πρώτη περίπτωση έκπτωσης, γίνεται παγίως δεκτό ότι ως εμπρόθεσμη «σύνταξη» της απογραφής νοείται η εμπρόθεσμη υποβολή της αίτησης στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο, ήτοι εντός της τετράμηνης προθεσμίας, καθώς η εν λόγω υποχρέωση ερμηνεύεται συσταλτικά. Αυτό γιατί, στην προθεσμία αυτή θα εφαρμοστούν οι γενικές διατάξεις για την αναστολή της παραγραφής (ά. 279 και 255 ΑΚ), και ως εκ τούτου, το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την κατάθεση της αίτησης απογραφής (η οποία θα πρέπει να έχει κατατεθεί εμπροθέσμως) έως την έκδοση της οριστικής απόφασης, συνιστά λόγο ανωτέρας βίας που αναστέλλει την συμπλήρωση της προθεσμίας. Φυσικά, το ίδιο ισχύει και για την ειδική περίπτωση του ανήλικου κληρονόμου, κατά την οποία η προθεσμία της σύνταξης της απογραφής επιμηκύνεται έως τον πρώτο χρόνο της ενηλικίωσής τους, όπως εκτέθηκε ήδη αναλυτικά. 

Τα ανωτέρω αναφερόμενα έχουν κριθεί με την υπ’ αρ. 64/2016 Ειρηνοδικείου Λαμίας, κατά την οποία: «Αν ο κληρονόμος παραλείψει τη σύνταξη απογραφής εντός τεσσάρων μηνών από το χρονικό σημείο που έκανε τη δήλωση αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής επέρχεται έκπτωση από το ευεργέτημα (άρθρο 1911 αρ. 1 ΑΚ, ΑΠ 246/1993, ΝοΒ 42, 667). Ο όρος «συνέταξε» υποστηρίζεται ότι είναι ερμηνευτέος συσταλτικά για τον κληρονόμο, δηλαδή πρέπει να νοηθεί ότι η υποβολή της αίτησης για να διατάξει την απογραφή ο ειρηνοδίκης (άρθρο 838 ΚΠολΔ) υποβλήθηκε εμπροθέσμως. Έτσι, η έκπτωση δεν επέρχεται, αν προηγήθηκε εμπρόθεσμη αίτηση, αλλά η προς τούτο απόφαση εκδόθηκε ή η απογραφή που πραγματοποιήθηκε από το συμβολαιογράφο (άρθρα 839 επ. ΚΠολΔ), πραγματώθηκε καθυστερημένα. Αν ο κληρονόμος καθυστέρησε στην υποβολή της αίτησης αλλά εμπρόθεσμης, δεν χάνει το άνω ευεργέτημα, αλλά μπορεί να υπέχει ευθύνη κατά την 1907 ΑΚ […].» Όμοιες κρίσεις περιλαμβάνουν και η υπ’ αρ. 44/2017 Ειρηνοδικείου Λαμίας και η υπ’ αρ. 117/2017 Ειρηνοδικείου Ρόδου. Tέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι, στην περίπτωση εκπρόθεσμης απογραφής από τον κληρονόμο, ο τελευταίος όχι μόνο θα εκπέσει του ευεργετήματος και πλέον θα θεωρείται αναδρομικά ως απλός κληρονόμος, αλλά μάλιστα, θα ευθύνεται και για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν οι κληρονομικοί δανειστές (άρ. 1907 ΑΚ).

5. Αντί επιλόγου

Εν κατακλείδι, ο θεσμός της αποδοχής της κληρονομίας με το ευεργέτημα της απογραφής παρέχει ένα σημαντικό όπλο στην φαρέτρα του κληρονόμου, καθώς ο τελευταίος, εφόσον τηρήσει τις νόμιμες προϋποθέσεις, έχει τη δυνατότητα να αποτρέψει τη σύγχυση της ατομικής με την κληρονομική περιουσία και να περιορίσει την ευθύνη του έως το ενεργητικό της κληρονομίας. Συνεπώς, με την εν λόγω νομοθετική επιλογή επιτυγχάνεται, αφενός, η ενίσχυση της πρωτοβουλίας των κληρονόμων προς αποδοχή των κληρονομικών περιουσίων έναντι της αποποίησης και, αφετέρου, η προάσπιση των συμφερόντων των ατομικών αλλά και των κληρονομικών δανειστών.

Διαβάστε περισσότερα
 
back to top